WikifarmerLIBRARY

Sofi AI

Λάβετε άμεσες απαντήσεις για όλα όσα αφορούν τη γεωργία

Η Αγορά του Ελαιολάδου: Ιούνιος 2025

Wikifarmer

Συντακτική Ομάδα

9' χρόνος ανάγνωσης
20/06/2025
Η Αγορά του Ελαιολάδου: Ιούνιος 2025

Μηνιαία ανάλυση της ευρωπαϊκής αγοράς ελαιολάδου– Μάϊός 2025

Η μεσογειακή αγορά ελαιολάδου το 2025 διανύει μια περίοδο μετάβασης, με ανάκαμψη της παραγωγής ύστερα από χρόνια ξηρασίας και αστάθειας, καθώς και μεταβαλλόμενες δυναμικές στις τιμές, την ποιότητα και το διεθνές εμπόριο. Οι βελτιωμένες καιρικές συνθήκες, ιδίως στην Ισπανία, οδήγησαν σε αύξηση της παραγωγής και βελτιωμένα αποθέματα νερού, ενώ άλλες μεγάλες χώρες παραγωγής, όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Τυνησία, η Τουρκία, το Μαρόκο και η Πορτογαλία, αντιμετωπίζουν τις δικές τους προκλήσεις και ευκαιρίες, από διαφοροποιημένες συγκομιδές και πιέσεις στις τιμές έως στρατηγικές εξαγωγών σε εξέλιξη και κυβερνητικές παρεμβάσεις. Καθώς ο τομέας προσαρμόζεται σε αυτές τις αλλαγές, η διάκριση ανάμεσα στα συνηθισμένα και τα premium εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα παραμένει, με τα υψηλής ποιότητας να διατηρούν ισχυρές τιμές και ζήτηση, ενώ τα στάνταρ υποδεικνύουν πτωτική πίεση λόγω αυξημένων αποθεμάτων και έντονου ανταγωνισμού. Αυτό το μεταβαλλόμενο τοπίο δείχνει τη σημασία της ευελιξίας και του στρατηγικού σχεδιασμού από παραγωγούς και εξαγωγείς ώστε να ανταποκριθούν τόσο σε τοπικές όσο και σε παγκόσμιες δυνάμεις της αγοράς καθ’ όλη τη διάρκεια του επόμενου έτους.

Εξελίξεις στην αγορά της Ισπανίας

Καιρικές συνθήκες

Μετά τις βροχές του Μαρτίου και του Απριλίου, τα υδάτινα αποθέματα είναι αισθητά πιο γεμάτα φέτος συγκριτικά με την ξηρασία των δύο προηγούμενων ετών. Αν και οι τρέχοντες ταμιευτήρες νερού δεν εγγυώνται μια επιτυχημένη συγκομιδή τον Οκτώβριο, εξασφαλίζουν ώστόσο την επαρκή άρδευση των ελαιώνων κατά το φετινό καλοκαίρι. Στην κύρια ελαιοπαραγωγική περιοχή της Ανδαλουσίας, τα αποθέματα νερού έφτασαν στο 58,25%, με μείωση της τάξης του 4,91% από τον προηγούμενο μήνα. Μέχρι τα τέλη Ιουνίου, οι ελαιώνες συνήθως εισέρχονται στη φάση σκλήρυνσης του πυρήνα, όπου ο καρπός έχει φτάσει στο 50–90% του τελικού μεγέθους και ο πυρήνας αρχίζει να στερεοποιείται—μια κρίσιμη περίοδος που σηματοδοτεί την έναρξη της συσσώρευσης ελαίου στη σάρκα της ελιάς. Ωστόσο, η περιοχή αντιμετωπίζει ακραίες θερμοκρασίες (38–40 °C) και ξηρές συνθήκες, γεγονός που απαιτεί προσεκτική διαχείριση.


Κατά τη σημαντική αυτή περίοδο, οι μέτριες θερμοκρασίες (30–35 °C), ο ελεγχόμενος εφοδιασμός νερού και οι ξηρές, καλά αεριζόμενες συνθήκες είναι καίριας σημασίας. Αυτοί οι παράγοντες ευνοούν την υγιή ανάπτυξη του καρπού, την αποδοτική σκλήρυνση του πυρήνα και την πρώιμη έναρξη παραγωγής ελαιολάδου, μειώνοντας παράλληλα τον κίνδυνο ασθενειών. Ωστόσο, η υπερβολική ζέστη και το υδατικό στρες μπορούν να διαταράξουν αυτή την ισορροπία: οι παρατεταμένες υψηλές θερμοκρασίες μπορεί να εμποδίσουν τη δημιουργία λαδιού στον καρπό, να προκαλέσουν εγκαύματα ή πτώση καρπών, ενώ το στρες μπορεί να διακόψει τη συσσώρευση ή να οδηγήσει σε αποβολή των αναπτυσσόμενων καρπών. Επιπλέον, ο δάκος της ελιάς που στοχεύει τους άγουρους καρπούς, με τα θερμά κλίματα να επιταχύνουν τον βιολογικό του κύκλο, απαιτεί έγκαιρη παρακολούθηση και επέμβαση. Μια απότομη αλλαγή από ζέστη σε βροχή μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο προσβολών από δάκο και μυκητολογικών ασθενειών, όπως την ανθράκωση.

Εκροές εμπορικής δραστηριότητας

Η παραγωγή ελαιολάδου για την περίοδο 2024/25 ολοκληρώθηκε επίσημα, με τον Μάιο να προσθέτει 971 τόνους στην ισπανική συνολική παραγωγή που έφτασε τους 1.414.124 τόνους. Έως τις 31 Μαΐου, τα συνολικά αποθέματα, συμπεριλαμβανομένων και των μεταφερόμενων αποθεμάτων, ανήλθαν σε 763.311 τόνους, με τους παραγωγούς να κατέχουν 555.574 τόνους και τους τυποποιητές 220.609 τόνους. Ο όγκος εκροών στην αγορά για το μήνα ήταν ισχυρός, ξεπερνώντας τους 120.000 τόνους και φτάνοντας τους 120.095 τόνους.

Η μέση ετήσια παραγωγή στην Ισπανία παρουσίασε σημαντικές διακυμάνσεις από το 2022 έως το 2025. Το 2023 η παραγωγή υποχώρησε απότομα σε μόλις 68.627 τόνους (μείωση 44% σε σχέση με το 2022) λόγω της σοβαρής ξηρασίας. Το 2024 σημειώθηκε μερική ανάκαμψη, με αποτέλεσμα η παραγωγή να παραμένει κάτω από τα επίπεδα του 2022. Το 2025, όμως, η παραγωγή ανέκαμψε έντονα, φτάνοντας τους 116.477 τόνους και προσεγγίζοντας τα προ-κρίσης επίπεδα, υποδεικνύοντας βελτιωμένες κλιματικές συνθήκες και πιθανές στρατηγικές αλλαγές στην καλλιέργεια και την άρδευση, ενισχύοντας τη δραστηριότητα των αγορών.

Ανασκόπηση της ελληνικής αγοράς ελαιολάδου

Η ελληνική αγορά ελαιολάδου στα μέσα του 2025 χαρακτηρίζεται από σταθεροποίηση μετά από μια περίοδο πτώσης των τιμών, με τις τιμές για το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο να διαμορφώνονται περίπου στα €3,90–€4,20/κιλό, ανάλογα με την περιοχή και την ποιότητα. Οι παραγωγοί στην Πελοπόννησο και την Κρήτη εμφανίζονται απρόθυμοι να πουλήσουν στις τρέχουσες τιμές, προσδοκώντας καλύτερες προσφορές. Ωστόσο, η ανάγκη ρευστοποίησης αποθεμάτων για την κάλυψη οικονομικών υποχρεώσεων τούς ωθεί να αποδεχτούν τις υφιστάμενες τιμές. Η αγορά παραμένει δύσκολη, καθώς οι αγοραστές—ιδιαίτερα από την Ιταλία—διστάζουν να αγοράσουν ελληνικό ελαιόλαδο λόγω της ισοτιμίας του με το ισπανικό βιολογικό εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο, αλλά και εξαιτίας ανησυχιών για την ποιότητα, η οποία στις πρόσφατες δοκιμές ποιοτικού ελέγχου αξιολογήθηκε ως μέτρια ή χαμηλή. Παρ' όλα αυτά, η εγχώρια εμπορική δραστηριότητα είναι ενεργή, ενώ διαφαίνεται συγκρατημένη αισιοδοξία για μια μικρή αύξηση των τιμών εάν ενισχυθεί η ζήτηση, αν και το χρονικό περιθώριο για μια τέτοια εξέλιξη ενδέχεται να περιορίζεται όσο προχωρά η σεζόν.

Όσον αφορά την επόμενη σεζόν, η Ελλάδα παρουσιάζει θετικές ενδείξεις για τη συγκομιδή του 2025/26, καθώς οι ελαιώνες στην Πελοπόννησο εμφανίζουν 15–20% περισσότερους ανθοφόρους οφθαλμούς σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, γεγονός που υποδηλώνει πιθανώς υψηλότερη παραγωγή. Ωστόσο, ο κλάδος δέχεται συνεχείς πιέσεις για την εκκαθάριση των αποθεμάτων πριν την άφιξη της νέας σοδειάς, ενώ η ευρύτερη μεσογειακή αγορά είναι εξαιρετικά ανταγωνιστική, με την Τυνησία και την Τουρκία να προσφέρουν επίσης επιθετικές τιμές. Οι εξαγωγικές ροές μεταβάλλονται, και οι Έλληνες παραγωγοί συνιστάται να εξασφαλίσουν συμβόλαια προπώλησης και να διαφοροποιήσουν τις εμπορικές τους στρατηγικές, ειδικά καθώς η παγκόσμια κατανάλωση αναμένεται να αυξηθεί και τα αποθέματα της Ε.Ε. εκτιμάται ότι θα έχουν ανακάμψει μέχρι το τέλος της περιόδου 2024/25. Αν και οι προοπτικές παραμένουν συγκρατημένα αισιόδοξες, οι παραγωγοί πρέπει να διατηρήσουν ευελιξία απέναντι στις εξελίξεις της ζήτησης, τις απαιτήσεις ποιότητας και τον διεθνή ανταγωνισμό.

Αγορά ελαιολάδου Ιταλίας – Μάιος 2025

Τον Μάιο του 2025, η ιταλική αγορά ελαιολάδου συνέχισε να εμφανίζει σταθέροτητα στις τιμές, με τις τιμές παραγωγού για εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο στο Μπάρι να ανέρχονται κατά μέσο όρο στα €970 ανά 100 κιλά, σημειώνοντας μικρή αύξηση 0,5% σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα και αντιτιθέμενες στις έντονες μειώσεις που σημειώθηκαν σε Ισπανία και Ελλάδα. Παρά τη γενική ευρωπαϊκή τάση πτώσης των τιμών λόγω βελτιωμένων καιρικών συνθηκών και θετικών προσδοκιών παραγωγής, τα περιορισμένα αποθέματα και η μειωμένη παραγωγή στην Ιταλία διατήρησαν τις τιμές σε υψηλά επίπεδα, ιδιαίτερα για τα υψηλής ποιότητας ελαιόλαδα, τα οποία είναι σπάνια και πωλούνται με υψηλό κόστος. Η συνολική παραγωγή της χώρας για την περίοδο 2024/25 εκτιμάται σημαντικά μειωμένη σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, κυρίως λόγω παρατεταμένης ξηρασίας και δυσμενών καιρικών φαινομένων στη νότια Ιταλία, με τις εκτιμήσεις να κυμαίνονται μεταξύ 215.000 και 235.000 τόνων—μείωση άνω του 30%—εγείροντας ανησυχίες για την κατάταξη της Ιταλίας μεταξύ των παγκόσμιων παραγωγών. Παρά τη σταθερή ζήτηση και τις ισχυρές εξαγωγές, η αγορά παραμένει αβέβαιη, καθώς οι παραγωγοί αντιμετωπίζουν πιέσεις από τα υψηλά κόστη και τα περιορισμένα αποθέματα, ενώ οι αγοραστές παρακολουθούν στενά τις διεθνείς εμπορικές πολιτικές και τις μελλοντικές προοπτικές συγκομιδής.

Ανασκόπηση αγοράς ελαιολάδου – Μάιος 2025: Λοιπές μεσογειακές χώρες

Η Τυνησία σημείωσε ισχυρή ανάκαμψη παραγωγής, με εκτιμώμενη παραγωγή 340.000 τόνων—αύξηση 55% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά—οδηγώντας σε απότομη πτώση των τιμών χονδρικής στα €4,1–€5,6/λίτρο και σε εκτίναξη των εξαγωγών, παρά τη μείωση της αξίας τους λόγω των παγκόσμιων διορθώσεων των τιμών και του αυξημένου ανταγωνισμού. Η Τουρκία κατέγραψε ρεκόρ παραγωγής, η οποία αναμένεται να φτάσει τους 475.000 τόνους, και σε απάντηση ήρε την απαγόρευση εξαγωγών χύμα ελαιολάδου, γεγονός που οδήγησε σε πτώση των εγχώριων τιμών (από €9 σε €7/λίτρο, με περαιτέρω πτώση να αναμένεται) και σε ιδιαίτερα ανταγωνιστικές εξαγωγικές προσφορές που συχνά υποσκελίζουν τις ισπανικές κατά €0,50–€1,00/κιλό.

Αντίθετα, το Μαρόκο αντιμετωπίζει τρίτο συνεχόμενο έτος μείωσης της παραγωγής λόγω ξηρασίας, με την παραγωγή να προβλέπεται να πέσει στους 90.000 τόνους—σημαντικά κάτω από τον πενταετή μέσο όρο—οδηγώντας την κυβέρνηση να αναστείλει τους εισαγωγικούς δασμούς και να εισάγει ελαιόλαδο για να καλύψει την εγχώρια ζήτηση, ενώ οι τοπικές τιμές συνέχισαν να αυξάνονται. Η Πορτογαλία επωφελήθηκε από τις βελτιωμένες καιρικές συνθήκες και αναμένεται να παράγει 190.000–210.000 τόνους, με τις τιμές να σταθεροποιούνται γύρω στα €5,80/κιλό, αντανακλώντας τη γενική μεσογειακή τάση αύξησης της προσφοράς και αποκλιμάκωσης των τιμών, αν και τα υψηλής ποιότητας ελαιόλαδα παραμένουν σπάνια και διατηρούν υψηλότερη τιμολόγηση.

Η αποψή μας

Τα πιο πρόσφατα στοιχεία της AICA επιβεβαιώνουν ότι ο τομέας του ελαιολάδου έχει εισέλθει ξεκάθαρα σε φάση ανάκαμψης. Με τη συγκομιδή 2024/25 να υπερβαίνει τους 1,4 εκατ. τόνους και τα πρόσφατα δεδομένα ανθοφορίας να δείχνουν ισχυρές προοπτικές για την επόμενη σεζόν, η προσοχή στρέφεται πλέον στο ποια θα είναι τα αποθέματα κατά την έναρξη της περιόδου παραγωγής το φθινόπωρο.

Τα μηνιαία στοιχεία παραγωγής ενισχύουν αυτή τη θετική τάση. Για πρώτη φορά από τα χρόνια της κρίσης, η μηνιαία παραγωγή ξεπέρασε τους 120.000 τόνους, σηματοδοτώντας ένα τόσο συμβολικό όσο και ουσιαστικό ορόσημο στην πορεία ανάκαμψης. Η δυναμική αυτή δείχνει όχι μόνο σταθεροποίηση της παραγωγής αλλά και ανανεωμένη εμπιστοσύνη στην αγορά, με ισχυρά αποθέματα και έντονη εμπορική δραστηριότητα τόσο στην εγχώρια όσο και στις εξαγωγικές αγορές.

Από πλευράς τιμών, η διαφοροποίηση μεταξύ τυπικής και υψηλής ποιότητας εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου παραμένει εμφανής. Τα υψηλής ποιότητας μάλιστα ελαιόλαδα αναμένεται να διατηρήσουν την αξία τους, με τις τιμές δύσκολα να πέφτουν κάτω από τα €3,80–3,90/κιλό, ενώ το ψυχολογικό όριο των €4 δείχνει να έχει πλέον ξεπεραστεί. Είναι σαφές πως η αγορά επαναπροσδιορίζεται, με το όριο των €4/κιλό για χύμα εξτρα παρθένο ελαιόλαδο να μην αποτελεί πλέον βιώσιμο σημείο αναφοράς—τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον.

Αντίθετα, η αγορά τυπικής ποιότητας ελαιολάδου παρουσιάζει εντάσεις βραχυπρόθεσμα, καθώς οι παραγωγοί προσπαθούν να ανακτήσουν μερικά λεπτά του ευρώ και να διαφυλάξουν τα επίπεδα τιμών. Αυτή η στάση άμυνας είναι ιδιαίτερα αισθητή σε περιοχές όπως η Χαέν, όπου τα υψηλά αποθέματα ενδέχεται σύντομα να προκαλέσουν καθοδικές πιέσεις στους τοπικούς προμηθευτές, πιθανόν οδηγώντας σε αύξηση εμπορικής δραστηριότητας κατά τη θερινή περίοδο.

Παράλληλα, το πυρηνέλαιο παραμένει σταθερό, με τιμές στα €2,15–2,20/κιλό (ραφιναρισμένο), ενώ το λαμπάντε προβλέπεται να διατηρηθεί στα €2,70–2,80/κιλό. Αν και τα εν λόγω τμήματα του κλάδου είναι λιγότερο ευμετάβλητα, επηρεάζονται από τη συνολική διαθεσιμότητα χαμηλότερης ποιότητας ελαιολάδων, ειδικά σε ένα περιβάλλον αυξημένης συνολικής παραγωγής.

Η συμπεριφορά των τυποποιητών επίσης μεταβάλλεται. Οι Ισπανοί τυποποιητές βρίσκονται σε καλύτερη θέση αποθεμάτων σε σχέση με τους Ιταλούς, κάτι που μπορεί να κλίνει τη βραχυπρόθεσμη επιρροή της αγοράς προς την Ισπανία. Ωστόσο, αναμένεται ότι οι Ιταλοί θα δραστηριοποιηθούν περισσότερο τους επόμενους τρεις μήνες, ενδέχεται να επηρεάσουν νέες δυναμικές, ιδιαίτερα σε αγορές ευαίσθητες σε ποιότητα και προέλευση.

Η Ελλάδα παραμένει, τέλος, σημαντικό κομμάτι του παζλ, διαθέτοντας σημαντικούς όγκους υψηλότερης ποιότητας ελαίων. Ωστόσο, σε αντίθεση με ορισμένους Ισπανούς παραγωγούς, οι Έλληνες προμηθευτές δεν αντιμετωπίζουν την ίδια εμπορική πίεση για αποδέσμευση αποθεμάτων και πιθανώς θα παραμείνουν αμετακίνητοι, ειδικά ενόψει της διατηρούμενης ζήτησης για ποιοτικό ελαιόλαδο κατά τους θερινούς μήνες.

Τέλος, τα επίπεδα υδάτινων αποθεμάτων στις βασικές ελαιοκομικές περιοχές παραμένουν επαρκή, εξασφαλίζοντας την άρδευση κατά τη διάρκεια της ξηρής περιόδου. Αυτό απομακρύνει έναν από τους βασικούς παράγοντες αβεβαιότητας που επιβάρυναν την αγορά τα προηγούμενα χρόνια και ενισχύει περαιτέρω την άποψη περί δομικής και ψυχολογικής σταθεροποίησης της αγοράς.

Τάσεις τιμών και διόρθωση της αγοράς

Η διόρθωση τιμών που ξεκίνησε στις αρχές του 2025 συνεχίστηκε και τον Μάιο, με τις τιμές παραγωγού για εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο να εμφανίζουν σημαντικές ετήσιες μειώσεις στις περισσότερες χώρες παραγωγής. Σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου από την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου 2025, οι τιμές στη Χαέν (Ισπανία) διαμορφώθηκαν στα €3,55/κιλό, σημειώνοντας σημαντική πτώση 53% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Παρομοίως, οι τιμές στα Χανιά (Ελλάδα) μειώθηκαν στα €3,90/κιλό, καταγράφοντας πτώση 46% σε ετήσια βάση. Η Ιταλία αποτελεί εξαίρεση, με τις τιμές στο Μπάρι να παραμένουν σταθερές στα €9,70/κιλό, σημειώνοντας οριακή αύξηση 0,5% σε σχέση με τον Μάιο 2024.

Ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (HICP) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το ελαιόλαδο στην ΕΕ-27 αντανακλά αυτήν την καθοδική τάση, καταγράφοντας μείωση 13,9% τον Φεβρουάριο 2025 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, συνεχίζοντας την πτωτική πορεία που ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2024. Αυτή η σταθεροποίηση των τιμών επηρεάζει σταδιακά τη συμπεριφορά των καταναλωτών, με αναλυτές της αγοράς να σημειώνουν επιστροφή στην κατανάλωση ελαιολάδου, καθώς πολλά νοικοκυριά είχαν στραφεί σε φθηνότερα εναλλακτικά έλαια λόγω της πρόσφατης αύξησης τιμών. Τα τελευταία στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που ενημερώθηκαν στις 17 Ιουνίου 2025, παρέχουν ολοκληρωμένη τεκμηρίωση της διόρθωσης αγοράς, αν και η διαφοροποίηση μεταξύ τυπικού και premium εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου παραμένει έντονη.

Προοπτικές και προβλέψεις αγοράς

Οι προοπτικές για τη συγκομιδή 2025/26 είναι συγκρατημένα αισιόδοξες. Οι ελαιώνες στην Πελοπόννησο εμφανίζουν 15–20% περισσότερους ανθοφόρους οφθαλμούς από το προηγούμενο έτος, υποδεικνύοντας μια πιθανή ισχυρή συγκομιδή. Ωστόσο, ο τομέας συνεχίζει να δέχεται πιέσεις για την εκκαθάριση αποθεμάτων πριν την έναρξη της νέας περιόδου, ενώ η μεσογειακή αγορά παραμένει έντονα ανταγωνιστική, με την Τυνησία και την Τουρκία να διατηρούν επιθετικές τιμολογιακές πολιτικές.

Οι μεσοπρόθεσμες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη γεωργία δείχνουν ότι η παραγωγή και κατανάλωση ελαιολάδου στην Ε.Ε. θα αντιμετωπίσουν προκλήσεις κατά την επόμενη δεκαετία λόγω της κλιματικής αλλαγής, που επηρεάζει τη διαθεσιμότητα νερού και τη γονιμότητα των εδαφών. Οι αλλαγές αυτές περιορίζουν τη δυνατότητα αύξησης των αποδόσεων και προκαλούν μετατόπιση των αγροκλιματικών ζωνών προς το βορρά, επηρεάζοντας τα πρότυπα καλλιέργειας, περιλαμβανομένης της ελαιοκαλλιέργειας, και αναμένεται να ενταθούν.

Η μελλοντική κερδοφορία του ευρωπαϊκού τομέα ελαιολάδου θα εξαρτηθεί από την επιτυχή μεταρρύθμιση των συστημάτων παραγωγής, ιδιαίτερα μέσω της μετάβασης από εκτατικούς ελαιώνες σε πλήρως μηχανοποιημένους. Οι επενδύσεις σε καλλιέργειες στην Ισπανία και την Πορτογαλία αναμένεται να συμβάλουν σε μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης παραγωγής περίπου 1,2% στην Ισπανία και 1% στην Πορτογαλία την επόμενη δεκαετία, ενώ η Ιταλία και η Ελλάδα ενδέχεται να αντιμετωπίσουν προκλήσεις λόγω της σταδιακής μείωσης της καλλιεργούμενης γης για την παραγωγή ελαιολάδου.

Μείνετε ενημερωμένη για τις εξελίξεις της αγοράς ελαιολάδου

Πηγές:

La Agencia de Información y Control Alimentarios (AICA)

Turkish Ministry of Agriculture and Forestry

National Olive Oil Office (ONH)

Tunisia’s Ministry of Agriculture

International Olive Oil Council

European Commision

Αγοράστε/πουλήστε στο marketplace

Περισσότερα άρθρα από τον/την Wikifarmer

4' χρόνος ανάγνωσης  ·  Ιουλ 09, 2025
Προβολή περισσότερων άρθρων