Τον Μάρτιο του 2025, μια σειρά ανακλήσεων σε όλη την Ευρώπη ανέδειξε τις συνεχιζόμενες προκλήσεις και τη σημασία των συστημάτων ασφάλειας τροφίμων. Τρία αξιοσημείωτα περιστατικά αφορούσαν αδήλωτα αλλεργιογόνα:
- σουσάμι και φιστίκια σε πάστα από σπόρους παπαρούνας από την Τουρκία,
- γάλα σε τσιπς από την Πολωνία και
- πρωτεΐνη γάλακτος σε τσιπς που ανέφερε η Σουηδία.
Ένα μη δηλωμένο αλλεργιογόνο αφορά ένα αλλεργιογόνο συστατικό που υπάρχει σε ένα τρόφιμο αλλά δεν αναφέρεται στη συσκευασία ή στην ετικέτα. Τέτοιου είδους ανακλήσεις αναδεικνύουν τη σημασία της σωστής επισήμανσης των τροφίμων για την προστασία ευάλωτων ομάδων καταναλωτών, όπως εκείνοι με τροφικές αλλεργίες.
Πρόσφατα στοιχεία υπογραμμίζουν την αυξανόμενη ανησυχία σχετικά με τα μη δηλωμένα αλλεργιογόνα. Το 2023, το Σύστημα Έγκαιρης Ειδοποίησης για τα Τρόφιμα και τις Ζωοτροφές (RASFF) της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατέγραψε τον υψηλότερο αριθμό ανακλήσεων από το 2020. Τα φρούτα, τα λαχανικά και τα προϊόντα κρέατος από πουλερικά αντιστοιχούσαν στο 24% των συνολικών ανακλήσεων. Ωστόσο, τα αλλεργιογόνα παρέμειναν η κύρια αιτία ανάκλησης, ακολουθούμενη από τα ξένα σώματα και την μικροβιολογική αλλοίωση. Αξίζει να σημειωθεί ότι η κατηγορία των ζαχαρωδών παρουσίασε τον μεγαλύτερο αριθμό ανακλήσεων, ακολουθούμενη από τα έτοιμα προς κατανάλωση γεύματα, τα ζυμαρικά και τα noodles. Επιπλέον, τα vegan και χορτοφαγικά προϊόντα αντιπροσώπευαν το 13% όλων των ανακλήσεων παρά το μικρότερο μερίδιο που κατέχουν στην αγορά.
Γενικά, τα μη δηλωμένα αλλεργιογόνα είναι ένα διαρκές πρόβλημα, και ευθύνονται για περίπου το 30% όλων των ανακλήσεων. Η τάση αυτή αναδεικνύει την ανάγκη για αυστηρά μέτρα ασφάλειας τροφίμων, ακριβέστερη επισήμανση στις ετικέτες και μεγαλύτερη επαγρύπνηση του κλάδου για την πρόληψη κινδύνων για να διασφαλίζεται η υγεία και η εμπιστοσύνη των καταναλωτών.
Υγεία και ασφάλεια των καταναλωτών
Για τα άτομα με τροφικές αλλεργίες, η κατανάλωση αλλεργιογόνων μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές συνέπειες για την υγεία, όπως η αναφυλαξία που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε θάνατο. Μια μελέτη τόνισε ότι οι συγκεντρώσεις των μη δηλωμένων πρωτεϊνών γάλακτος σε ορισμένα προϊόντα θα μπορούσαν να προκαλέσουν αλλεργικές αντιδράσεις σε ποσοστό έως και 68% των ενηλίκων με αλλεργία στο γάλα.
Είναι ανησυχητικό ότι πάνω από τους μισούς (56%) καταναλωτές με αλλεργίες του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν υποστεί αλλεργικές αντιδράσεις λόγω λανθασμένης ή ασαφούς επισήμανσης, ενώ το 23% έχει υποστεί αλλεργική αντίδραση πάνω από μία φορά. Οι ρυθμιστικές αρχές τροφίμων στο Ηνωμένο Βασίλειο διεξήγαγαν μελέτες για τη συλλογή δεδομένων σχετικά με ανακλήσεις που σχετίζονται με αλλεργιογόνα. Οι μελέτες αυτές έδειξαν ότι το 57,6% όλων των ανακλήσεων τροφίμων σχετίζονται με αλλεργιογόνα και το γάλα είναι το πιο συχνά εμφανιζόμενο αλλεργιογόνο (25,2%).
Το ρυθμιστικό πλαίσιο της ΕΕ για την ασφάλεια των τροφίμων
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εφαρμόσει ένα νομοθετικό πλαίσιο για να διασφαλίσει ότι όλες οι χώρες μέλη συμμορφώνονται με τα πρότυπα ασφάλειας τροφίμων. Στον πυρήνα αυτού του συστήματος βρίσκεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 178/2002, ο οποίος ορίζει ότι «τα τρόφιμα δεν θα διατίθενται στην αγορά εάν δεν είναι ασφαλή». Ο κανονισμός αυτός επιβάλλει στους υπευθύνους επιχειρήσεων τροφίμων να κινήσουν αμέσως διαδικασίες ανάκλησης εάν πιστεύουν ότι ένα τρόφιμο δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις ασφαλείας.
Όταν δυνητικά επιβλαβή προϊόντα φτάνουν στους καταναλωτές, οι επιχειρήσεις πρέπει «να ενημερώνουν αποτελεσματικά και με ακρίβεια τους καταναλωτές για τον λόγο της απόσυρσής τους και, εάν είναι απαραίτητο, να ανακαλούν από τους καταναλωτές τα προϊόντα που τους έχουν ήδη προμηθεύσει». Αυτό εξηγεί τις έγκαιρες παρεμβάσεις που είδαμε την περασμένη εβδομάδα με τις κοινοποιήσεις σχετικά με μη δηλωμένα αλλεργιογόνα σε πάστα παπαρουνόσπορου και τσιπς.
Ο νέος Κανονισμός για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων
Η ΕΕ ενισχύει περαιτέρω τα συστήματα ανάκλησης με τον νέο Κανονισμό για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (GPSR), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 12 Ιουνίου 2023 και εφαρμόζεται πλήρως από τις 13 Δεκεμβρίου 2024. Ο κανονισμός αυτός εισάγει σημαντικές αλλαγές για να καταστήσει τις ανακλήσεις προϊόντων πιο αποτελεσματικές:
- Άμεση ενημέρωση των καταναλωτών: Οι επιχειρήσεις πρέπει να επικοινωνούν απευθείας με τους καταναλωτές, όπου είναι δυνατόν, χρησιμοποιώντας δεδομένα από συστήματα ιχνηλασιμότητας ή προγράμματα πιστότητας που έχουν σχεδιάσει ειδικά για σκοπούς ασφάλειας.
- Τυποποιημένες κοινοποιήσεις ανάκλησης: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε ένα υποχρεωτικό πρότυπο για τις κοινοποιήσεις ανάκλησης που πρέπει να χρησιμοποιείται από τις 13 Δεκεμβρίου 2024. Αυτές οι κοινοποιήσεις πρέπει να αποφεύγουν διατυπώσεις που θα μπορούσαν να υποβαθμίσουν τους κινδύνους, όπως όροι όπως «εθελοντική» ή «προληπτική».
- Καταναλωτικά δικαιώματα: Για να ενθαρρύνουν υψηλότερα ποσοστά ανταπόκρισης στις ανακλήσεις, οι επιχειρήσεις πρέπει να προσφέρουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ δύο τουλάχιστον διορθωτικών μέτρων: αντικατάσταση ή επιστροφή χρημάτων.
RASFF: Σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τρόφιμα και ζωοτροφές
Οι κοινοποιήσεις που αναφέρθηκαν αποτελούν μέρος του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές (RASFF), ενός βασικού εργαλείου για τη διασφάλιση της ασφάλειας των τροφίμων και των ζωοτροφών στην ΕΕ. Το RASFF επιτρέπει την ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εθνικών αρχών για την ασφάλεια των τροφίμων, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και άλλων ενδιαφερομένων όταν εντοπίζονται κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία.
Ο καθοριστικός ρόλος της επισήμανσης των τροφίμων
Η ορθή επισήμανση των τροφίμων χρησιμεύει ως η πρώτη γραμμή άμυνας για την πρόληψη περιστατικών που φέρνουν σε κίνδυνο τους καταναλωτές και μειώνει τον κίνδυνο ανακλήσεων που οφείλονται σε λάθη στην ετικέτα. Από τον Δεκέμβριο του 2014, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 έχει θεσπίσει κοινές προδιαγραφές για τις πληροφορίες που πρέπει να αναγράφονται στις ετικέτες των τροφίμων σε ολόκληρη την ΕΕ.
Για τους ευάλωτους καταναλωτές με τροφικές αλλεργίες, η ακριβής επισήμανση μπορεί να είναι ζήτημα ζωής και θανάτου.
Κύριες προκλήσεις στην επισήμανση τροφίμων σχετικά με τα αλλεργιογόνα
Μια μελέτη σχετικά με τις ανακλήσεις τροφίμων από τον FDA διαπίστωσε ότι το 70% των ανακλήσεων που σχετίζονται με αλλεργιογόνα από το 2013 έως το 2019 οφείλονταν σε λάθη επισήμανσης. Τα εν λόγω λάθη συχνά προκαλούνται:
- Επιμόλυνση: Ακόμη και όταν τα αλλεργιογόνα δεν έχουν προστεθεί σκόπιμα σε ένα προϊόν, μπορεί να υπάρχουν ίχνη τους επειδή παράγονται σε κοινές γραμμές παραγωγής με άλλα τρόφιμα. Επιπλέον αν ο εξοπλισμός δεν έχει καθαριστεί επαρκώς μπορεί να αποτελέσει πηγή επιμόλυνσης.
- Υπερβολική χρήση της προληπτικής επισήμανσης: Οι βιομηχανίες χρησιμοποιούν συχνά όρους όπως «μπορεί να περιέχει» με σκοπό να καλύπτουν όλους τους πιθανούς κινδύνους και να είναι νομικά καλυμένες. Ωστόσο, αυτό μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στους καταναλωτές και να περιορίσει άσκοπα τις επιλογές για τα αλλεργικά άτομα.
- Αλλαγές συστατικών: Οι κατασκευαστές ενδέχεται να αλλάξουν τη σύνθεση των προϊόντων, εισάγοντας ενδεχομένως νέα αλλεργιογόνα χωρίς να ενημερώσουν άμεσα τις ετικέτες.
- Πολυπλοκότητα της αλυσίδας εφοδιασμού: Με συστατικά που προέρχονται από όλο τον κόσμο, η διασφάλιση ακριβών πληροφοριών σχετικά με πιθανά αλλεργιογόνα σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού μπορεί να αποτελέσει πρόκληση.
- Παγκόσμιες εξαγωγές: Ο παγκόσμιος χαρακτήρας των συστημάτων τροφίμων παρουσιάζει πρόσθετες προκλήσεις. Διαφορετικές χώρες έχουν διαφορετικά πρότυπα για την ασφάλεια των τροφίμων, γεγονός που απαιτεί από τις επιχειρήσεις να προσαρμόζουν τις δραστηριότητές τους ώστε να ανταποκρίνονται στις διαφορετικές απαιτήσεις. Αυτή η πολυπλοκότητα επισημαίνεται από την πρόσφατη προσθήκη του σουσαμιού ως κύριου αλλεργιογόνου στις ΗΠΑ, η οποία έχει επιπτώσεις για τις εταιρείες τροφίμων που εξάγουν στην αμερικανική αγορά.
- Γλωσσικά εμπόδια: Σε μια ποικιλόμορφη αγορά όπως η ΕΕ, η εξασφάλιση σαφών πληροφοριών για τα αλλεργιογόνα σε πολλές γλώσσες είναι σημαντική αλλά και πολύπλοκη.
- Επίπεδα κατώτατου ορίου: Υπάρχει συνεχής συζήτηση σχετικά με την ελάχιστη συγκέντρωση ενός αλλεργιογόνου για να αναφέρεται στην ετικέτα, καθώς ακόμη και ίχνη μπορεί να προκαλέσουν αντιδράσεις σε ευαίσθητα άτομα.
- Νέα τρόφιμα και συστατικά: Καθώς νέα προϊόντα τροφίμων εισέρχονται στην αγορά, ο εντοπισμός και η επισήμανση πιθανών αλλεργιογόνων μπορεί να αποτελέσει πρόκληση, ιδίως για συστατικά χωρίς ιστορικό αλλεργιογόνων ιδιοτήτων.
Οικονομικός αντίκτυπος για τις επιχειρήσεις
Οι μεγαλύτεροι λιανοπωλητές, οι οποίοι αναμένεται να έχουν και αυστηρότερους ελέγχους ποιότητας, ήταν υπεύθυνοι για πολλές ανακλήσεις. Το σούπερ μάρκετ Lidl κατέγραψε τον μεγαλύτερο αριθμό ανακλήσεων, με 37 περιστατικά που αφορούσαν 62 διαφορετικά προϊόντα. Αυτό αποδεικνύει ότι ακόμη και οι σύγχρονες επιχειρήσεις δεν είναι απρόσβλητες από αστοχίες στην επισήμανση αλλεργιογόνων, ενισχύοντας τη σημασία της διαφάνειας και της απόδοσης ευθύνης σε ολόκληρο τον τομέα. Ένα άλλο παράδειγμα, στις αρχές του 2025, είναι η ανάκληση των Frito-Lay της εταιρείας Lay's Classic Potato Chips λόγω μη δηλωμένου αλλεργιογόνου (πρωτεΐνη γάλακτος). Το συγκεκριμένο περιστατικό κλιμακώθηκε σε «Κατηγορία επικινδυνότητας 1» (πιθανή πρόκληση σοβαρών συνεπειών για την υγεία ή θάνατο).
Οι ανακλήσεις τροφίμων πλήττουν την εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Μελέτες δείχνουν ότι το 23% των καταναλωτών θα σταματούσε οριστικά να αγοράζει από μια εταιρεία που έχει εμπλακεί σε ανάκληση, ενώ το 35% θα απέφευγε τη συγκεκριμένη εταιρεία για μήνες. Αυτή η απώλεια εμπιστοσύνης υπερβαίνει τα μεμονωμένα περιστατικά και επηρεάζει τη βιομηχανία τροφίμων. Οι συχνές ανακλήσεις μπορούν επίσης να δημιουργήσουν άγχος στους καταναλωτές, κάνοντας τα άτομα υπερβολικά προσεκτικά ή περιορίζοντας τις επιλογές τους σε τρόφιμα.
Ο οικονομικός αντίκτυπος των ανακλήσεων στις επιχειρήσεις μπορεί να είναι σοβαρός, επηρεάζοντας όχι μόνο τη φήμη της εταιρείας αλλά και την οικονομική της σταθερότητα. Το κόστος που προκύπτει από μια ανάκληση εκτείνεται πολύ πέρα από τα άμεσα έξοδα απόσυρσης των προϊόντων από τα ράφια. Οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πρόστιμα, νομικά έξοδα, μείωση πωλήσεων και αποζημιώσεις.
Μια και μόνο ανάκληση μπορεί να κοστίσει σε μια εταιρεία εκατομμύρια δολάρια. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ, το μέσο άμεσο κόστος μιας ανάκλησης εκτιμάται σε 10 εκατομμύρια δολάρια, χωρίς να υπολογίζονται οι πιθανές μηνύσεις και οι μακροπρόθεσμες απώλειες εσόδων. Σε ακραίες περιπτώσεις, οι ανακλήσεις τροφίμων έχουν οδηγήσει εταιρείες σε πτώχευση λόγω της συντριπτικής οικονομικής επιβάρυνσης.
Για τον περιορισμό αυτών των κινδύνων, τα συστήματα ιχνηλασιμότητας είναι απαραίτητα. Οι προηγμένες τεχνολογίες εντοπισμού, όπως το blockchain, οι ετικέτες ταυτοποίησης μέσω ραδιοσυχνοτήτων (RFID) και η ψηφιακή τήρηση αρχείων, βοηθούν τις επιχειρήσεις να εντοπίζουν γρήγορα τις προβληματικές παρτίδες, να περιορίζουν το εύρος της ανάκλησης και να μειώνουν τις οικονομικές απώλειες
Καινοτομίες στην ανίχνευση αλλεργιογόνων τροφίμων
Η τεχνολογία σημειώνει τεράστια πρόοδο στην ανίχνευση αλλεργιογόνων, επιτρέποντας στις βιομηχανίες να διεξάγουν γρήγορες, μη επεμβατικές αναλύσεις, ενώ παράλληλα προωθούν ένα πιο ασφαλές και αξιόπιστο περιβάλλον για τους καταναλωτές.
- Τεχνολογία νανοσωμάτων: Οι ερευνητές αξιοποιούν νανοσωματίδια που προέρχονται από αντισώματα καμηλοειδών για την ανάπτυξη μεθόδων ανίχνευσης αλλεργιογόνων τροφίμων. Αυτά τα νανοσωματίδια προσφέρουν αυξημένη σταθερότητα και εξειδίκευση, με αποτέλεσμα να οδηγούν σε πιο ακριβείς και οικονομικά αποδοτικές ανοσοδιαγνωστικές εξετάσεις.
- Αισθητήρες με τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης: Υπάρχουν πλέον αισθητήρες που χρησιμοποιούν τεχνητή νοημοσύνη και με καταστρεπτικές τεχνικές απεικόνισης (imaging) για τον έλεγχο των αλλεργιογόνων στα τρόφιμα. Αυτή η καινοτομία επιτρέπει τον συνεχή ποιοτικό έλεγχο κατά τη διάρκεια της παραγωγής τροφίμων χωρίς να επηρεάζεται η ακεραιότητα του προϊόντος.
- Ηλεκτροχημικοί βιοαισθητήρες: Πρόσφατες έρευνες αναδεικνύουν την ανάπτυξη ηλεκτροχημικών βιοαισθητήρων που χρησιμοποιούν διάφορα στοιχεία αναγνώρισης, όπως αντισώματα και νουκλεϊκά οξέα. Αυτοί οι αισθητήρες εξασφαλίζουν ακριβή και ταχεία ανίχνευση των αλλεργιογόνων των τροφίμων, συμβάλλοντας στη βελτίωση των πρωτοκόλλων ασφάλειας.
Η συνεχής συνεργασία μεταξύ των ερευνητών, της βιομηχανίας τροφίμων και των ρυθμιστικών φορέων είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που θέτουν τα αλλεργιογόνα για την αποτελεσματική προστασία των καταναλωτών.
Πηγές
- https://www.foodallergy.org/resources/food-labeling-issues
- https://www.fda.gov/food/nutrition-food-labeling-and-critical-foods/food-allergies
- Fiocchi, A., Risso, D., DunnGalvin, A., Díaz, S. N. G., Monaci, L., Fierro, V., & Ansotegui, I. J. (2021). Food labeling issues for severe food allergic patients. World Allergy Organization Journal, 14(10), 100598.
- https://extension.umn.edu/cottage-food-safety-news/how-can-food-recalls-and-allergens-affect-my-cottage-foods
- Spanjersberg, M. Q. I., Knulst, A. C., Kruizinga, A. G., Van Duijn, G., & Houben, G. F. (2010). Concentrations of undeclared allergens in food products can reach levels that are relevant for public health. Food Additives and Contaminants, 27(2), 169-174.
- Jia, L., & Evans, S. (2021). Improving food allergen management in food manufacturing: An incentive-based approach. Food Control, 129, 108246.
- Yi Wang, Sihao Wu, Ang Li, Huan Lv, Xuemeng Ji, Yaozhong Hu, Shuo Wang, Nanobody-based food allergen surveillance: current status and prospects, Food Quality and Safety, Volume 8, 2024,