Η αγορά ελαιολάδου αναπτύσσεται συνεχώς και αναμένεται να φτάσει σε αξία τα 17,6 δισεκατομμύρια ευρώ έως το 2030. Το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο (EVOO) αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό τμήμα αυτής της βιομηχανίας καθώς είναι πλεόν καθιερωμένο και επιλέγεται για τα οφέλη του στην υγεία.
Το ελαιόλαδο μπορεί να λάβει, μεταξύ άλλων και 2 πιστοποιήσεις/χαρακτηρισμού:
- ΠΟΠ (προϊόν προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης)
- ΠΓΕ (προϊόν προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης)
Η επισήμανση ΠΟΠ/ΠΓΕ είναι έχει συνδεθεί με τα ελληνικά προϊόντα, τον πολιτισμό και τις τοπικές κοινωνίες μας.Σύμφωνα με μια μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2020, η αγορά των προϊόντων ΠΟΠ/ΠΓΕ EVOO φτάνουν σε αξία τα 277 εκατομμύρια ευρώ κάθε χρόνο. Σήμερα εκτιμάται ότι στην ΕΕ υπάρχουν 133 EVOO από 7 χώρες.
Το EVOO είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της μεσογειακής γαστρονομικής κουλτούρας και κατατάσσεται ως η κύρια πηγή οικονομικού εισοδήματος (υψηλής αξίας) για τις τοπικές μας κοινότητες. Συν τοις άλλοις, τα οφέλη του για την ανθρώπινη υγεία καθιστούν υποχρεωτική την προστασία και αξιοποίησή του.
Με την κλιματική αλλαγή (π.χ. ξηρασία, πυρκαγιές, περιορισμοί στη βιοποικιλότητα), μειώνονται οι αποδόσεις αυξάνοντας έτσι την εισαγωγή ελαιολάδου απο άλλες χώρες. Στη συνέχεια τα εισαγώμενα λάδια αναμειγνύονται με τα ντόπια και πωλούνται στην αγορά. Η ιχνηλασιμότητα με βάση το DNA είναι μια σταθερή λύση που διασφαλίζει την καθαρότητα ενός ελαιολάδου. Βοηθάει τους παραγωγούς να μεταφέρουν και να αποδείξουν την αυθεντική ιστορία του προϊόντος τους (π.χ. ΠΟΠ/ΠΓΕ EVOO). Η λύση αυτή βασίζεται σε καινοτόμες τεχνολογίες που περιλαμβάνουν τη μοναδική γενετική ταυτότητα των οπωρώνων.
Το DNA σε συνδυασμό με τη συλλογή δεδομένων μπορεί να υποστηρίξει ενεργά και πρακτικά τη διατήρηση και τον χαρακτηρισμό αυτών των σημαντικών ελαιώνων. Με την αποκάλυψη των γενετικών τους πληροφοριών, βρισκόμαστε ένα βήμα πιο κοντά στην επίτευξη επιτυχημένου σχεδιασμού και βελτιστοποίησης της μελλοντικής καλλιέργειας. Ταυτόχρονα, καθίσταται ευκολότερη η καταπολέμηση και ο μετριασμός των αβιοτικών (π.χ. περιβαλλοντικών) και βιοτικών (π.χ. Ξυλέλα) απειλών.
Η εταιρεία οραματίζεται ένα μέλλον όπου η πιστοποίηση και η ιχνηλασιμότητα του DNA μπορεί να επηρεάσει θετικά την κοινωνία και το περιβάλλον - υποστηρίζοντας τους τοπικούς παραγωγούς στην αξιοποίηση των προϊόντων τους, αυξάνοντας την αξία των ποικιλιών τους και διαφυλάσσοντας παράλληλα την αγροβιοποικιλότητα. Η Ιχνηλασιμότητα DNA του ελαιολάδου είναι το πρώτο δομικό στοιχείο πάνω στο οποίο μπορεί να θέσει τα θεμέλιά της μια πραγματική και ουσιαστική βιώσιμη παραγωγή, εκπληρώνοντας παράλληλα την ηθική μας υποχρέωση για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας.
Ένα ελαιόλαδο με ιχνηλασιμότητα DNA έχει ένα ισχυρό στοιχείο άμεσου μάρκετινγκ και branding από την εταιρεία προς τους πελάτες της. Η ιχνηλασιμότητα DNA συνδέει τρία κομβικά στοιχεία για την επιτυχία μιας εταιρείας: διαφάνεια - εμπιστοσύνη - διαφοροποίηση. Η τεχνική της DNA ιχνηλασιμότητας επαληθεύει την αυθεντικότητα και την ακεραιότητα μιας ετικέτας EVOO. Δεδομένου ότι μπορούμε να εφαρμόσουμε αυτή τη λύση σε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού του προϊόντος, αυτό μεταφράζεται ως μια επιλογή των καταναλωτών να έχουν περισσότερες πληροφορίες για το EVOO. Ως εκ τούτου, οι τελευταίοι μπορούν να είναι σίγουροι ότι παίρνουν ακριβώς αυτό για το οποίο πλήρωσαν. Επιπλέον, η ίδια η εταιρεία μπορεί να προστατευτεί από τυχόν δόλιες ενέργειες ή ακόμη και από την ακούσια εισαγωγή υποβαθμισμένων παρτίδων στην αλυσίδα εφοδιασμού της. Έτσι ο κίνδυνος μειώνεται, ενώ η ακεραιότητα αυξάνεται, γεγονός που μεταφράζεται σε ελάχιστες απώλειες.
Χτίζοντας την εμπιστοσύνη των καταναλωτών
Η αξιοπιστία μια εταιρείας αντιπροσωπεύεται απο την εμπιστοσύνη των καταναλωτών.
Παρ' όλα αυτά, η σταθερή σχέση εμπιστοσύνης των καταναλωτών είναι ένα από τα πιο σημαντικά και συνάμα εύθραυστα στοιχεία μιας επιτυχημένης εταιρείας. Στον κλάδο του ελαιολάδου, οι καταναλωτές τείνουν να στηρίζονται στην αυξημένη ευαισθητοποίηση αλλά χαρακτηρίζονται από ένα έντονο ενδιαφέρον όσον αφορά τη διαφάνεια των τροφίμων και την αυθεντικότητα των προϊόντων. Μια μελέτη αποκάλυψε ότι αρκεί μόνο μια προφορική υπόδειξη πιθανής απάτης στο ελαιόλαδο για να μειώσουν οι καταναλωτές σημαντικά το ενδιαφέρον τους για το προϊόν αυτό, ακόμη και έως και 50%.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις ετικέτες EVOO υψηλής ποιότητας. Ένα EVOO στο οποίο έχει γίνει DNA ανάλυση και ο καταναλωτής έχει πρόσβαση σε αυτή, μπορεί να ενισχύσει τον δεσμό εμπιστοσύνης μεταξύ εταιρείας και καταναλωτή, ενώ όταν συνδυάζεται με πρόσθετες πληροφορίες, οι καταναλωτές μπορούν να λάβουν πιο συνειδητές αποφάσεις αγοράς.
Η λύση της ιχνηλασιμότητας με βάση το DNA βοηθά τις εταιρείες ελαιολάδου να διαφοροποιηθούν από τους ανταγωνιστές τους. Το να είσαι διακριτός στη σημερινή, ανταγωνιστική αγορά απαιτεί μοναδικότητα και ουσιαστική καινοτομία. Έτσι, παρέχοντας την ταυτότητα DNA του τελικού προϊόντος, μια εταιρεία βρίσκεται ήδη στα μισά του δρόμου. Αυτό μπορεί να είναι ιδιαίτερα ελκυστικό για τους καταναλωτές, των οποίων η αγοραστική κίνηση εξαρτάται από τη βιωσιμότητα του προϊόντος και την κοινωνική τους ευθύνη για περιβαλλοντικά ζητήματα.
Βελτίωση της ιχνηλασιμότητας του ελαιολάδου
Η εταιρεία προσφέρει έναν καινοτόμο και ολιστικό τρόπο διατήρησης των ορθών καλλιεργητικών πρακτικών, υποστηρίζοντας παράλληλα την τοπική κουλτούρα. Χρησιμοποιεί την πρωτοποριακή τεχνολογία για να διασφαλίσουμε την ακεραιότητα της αλυσίδας εφοδιασμού ελαιολάδου αξιοποιώντας τις πληροφορίες DNA.
Έχει εφαρμόσει μια διαδικασία τριών σταδίων που ξεκινά από τους ελαιώνες και καταλήγει στο τελικό προϊόν - τα φύλλα συλλέγονται και χρησιμοποιούνται για τη γενετική χαρτογράφηση της ποικιλίας και παίζουν το ρόλο ενός γονιδιωματικού αποθετηρίου. Στη συνέχεια, συλλέγονται δείγματα ελαιολάδου από διάφορα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού (π.χ. δεξαμενή αποθήκευσης, μετά την εμφιάλωση) και αναλύονται, διασφαλίζοντας ότι το γενετικό προφίλ παραμένει σταθερό καθ' όλη τη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας. Με αυτόν τον τρόπο προσφέρεται ολοκληρωμένη ιχνηλασιμότητα DNA και καταβάλλονται συνεχείς προσπάθειες για την αύξηση την ανάλυσης δεδομένων DNA.
Επί του παρόντος, η εταιρεία μπορεί να ταυτοποιήσει με επιτυχία 37 διαφορετικές ποικιλίες ελιάς από διάφορες περιοχές της Μεσογείου. Στόχος είναι να εμπλουτιστεί περαιτέρω αυτό το αποθετήριο, εξασφαλίζοντας μεγαλύτερη ακρίβεια στη διαδικασία επαλήθευσης και αποκτώντας νέες γενετικές γνώσεις που θα έχουν σημαντικό αλλά και θετικό αντίκτυπο στο μέλλον αυτού του κλάδου.