Ερωτήσεις και Απαντήσεις από το Σεμινάριο για το Σωστό Κλάδεμα και Λίπανση Ελιάς (23/03/2022)

1.) Καλησπέρα σας θα ήθελα να ρωτήσω κάποιον από τους ειδικούς σας εάν δύο πολύ μεγάλες συκιές που υπάρχουν μέσα στο ελαιοστάσιο μου ευνοούν την αύξηση του δάκου και εν τέλει κάνουν ζημιά στη παραγωγή.

Δυστυχώς ναι, η συκιά ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες που είναι φορτωμένη με τα πλούσια σε σάκχαρα σύκα, έλκει σε τεράστιο βαθμό το Δάκο, του οποίου ο πληθυσμός την ίδια αυτή περίοδο φτάνει σε μεγάλα επίπεδα. Μάλιστα, για το λόγο αυτό, η συκιά κάποιες φορές μπορεί χρησιμοποιείται επίτηδες για αυτό το σκοπό. Εντός ενός ελαιώνα αφήνονται 1-2 συκιές, έτσι ώστε να συγκεντρωθεί ένας μεγάλος πληθυσμός του εντόμου και εκεί να γίνει δολωματικός ψεκασμός με πολύ μεγάλη αποτελεσματικότητα. Λειτουργεί δηλαδή σε κάποιες περιπτώσεις ως καλλιέργεια –  παγίδα για το Δάκο. 

 

2.) Σε ξερικούς ελαιώνες κάνουμε φρεζάρισμα ή όχι;  Είναι καλύτερο να γίνεται μόνο καταστροφέας;

Οι ξηρικοί ελαιώνες αποτελούν την πλειοψηφία των εκμεταλλεύσεων στον Ελλαδικό χώρο. Οι παραγωγοί είτε επειδή επιθυμούν να αυξήσουν την αειφορία του ελαιώνα τους ακολουθώντας πιό φιλοπεριβαλλοντικές πρακτικές, είτε επειδή είναι πιστοποιημένοι βιολογικοί, καταφεύγουν στην χρήση μηχανημάτων για την διαχείριση των ζιζανίων. Τα ζιζάνια, που συνήθως αποτελούν την αυτοφυή βλάστηση, μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγικότητα της ελιάς, ιδίως κατά την περίοδο της άνθισης και καρποφορίας του δέντρου. Ο κύριος λόγος είναι ο ανταγωνισμός για θρεπτικά στοιχεία και νερό, που στους ξερικούς ελαιώνες είναι πιο περιορισμένα. Οι συνήθεις εφαρμογές είναι η κοπή (με χορτοκοπτικό), το πέρασμα με φρέζα ή η πραγματοποίηση ενός επιφανειακού οργώματος στην αρχή της άνοιξης. 

Ο τρόπος που θα επιλέξει ο κάθε παραγωγός θα πρέπει να ταιριάζει στις ανάγκες και ιδιαιτερότητες του εκάστοτε χωραφιού.

Γενικά σε ξερικούς ελαιώνες, η (βαθιά) κατεργασία του εδάφους και η αναστροφή του θα πρέπει να αποφεύγεται ή να γίνεται με μέτρο, ιδιαίτερα κατά την περίοδο υψηλών θερμοκρασιών καθώς μπορεί να οδηγήσει σε απώλειες της περιορισμένης εδαφικής υγρασίας. Ακόμα, σε ελαιώνες με κλίση (που είναι αρκετοί στην Ελλάδα), θα πρέπει να αποφεύγεται η έντονη κατεργασία του εδάφους καθώς μπορεί να οδηγήσει σε υποβάθμισή του. Ο ψηλοτεμαχισμός του χώματος μπορεί να οδηγήσει στην δημιουργία ενός αδιαπέραστου στρώματος και σε συμπίεση του εδάφους οδηγώντας σε επιφανειακή απορροή των βρόχινων υδάτων από τα οποία τόσο εξαρτάται ο ελαιοπαραγωγός στα ξηρικά χωράφια. Τέλος, είναι σημαντικό, σε κάθε ελαιώνα, να γίνει μια αξιολόγηση του ζιζανιολογικού πληθυσμού που υπάρχει ώστε να επιλεγεί ο κατάλληλος τρόπος διαχείρισης. 

Από την άλλη μεριά ο καταστροφέας είναι αρκετά αποτελεσματικός και προκαλεί λιγότερη επιβάρυνση του εδάφους, όμως μπορεί να απαιτηθεί να γίνουν περισσότερα περάσματα. Η εναπόθεση των κομμένων χόρτων στο έδαφος μπορεί να μειώσει σημαντικά τις απώλειες νερού από το έδαφος λόγω εξάτμισης. 

Σε κάθε περίπτωση ο παραγωγός θα πρέπει να ζυγίσει τα υπερ και τα κατά μιας επιλογής και να εφαρμόσει αυτή που ταιριάζει καλύτερα στο εκάστοτε χωράφι. Τέλος, είναι σημαντικό να επενδύσει στην αύξηση του ποσοστού οργανικής ουσίας στο έδαφος, που μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην συγκράτηση του νερού και την αύξηση της εδαφικής υγρασίας και της υγείας του εδάφους.

 

3.) Πως πρέπει να εφαρμόζεται η κοπριά;

Η κοπριά μπορεί να είναι φρέσκια (αχώνευτη) ή χωνεμένη (σβησμένη).

Ο τύπος της κοπριάς που θα χρησιμοποιηθεί θα ορίσει τον τρόπο και στιγμή εφαρμογής της στον ελαιώνα. Η φρέσκια πρέπει να εφαρμόζεται μακριά από το κορμό για να μην “κάψει” τα δέντρα, σε μια απόσταση περίπου 3 μέτρων από αυτόν. Η αχώνευτη κοπριά είναι συνήθως πλούσια σε ουρία και εφαρμόζεται από τα τέλη φθινοπώρου έως νωρίς την άνοιξη ώστε να “εκμεταλλευτούμε” τις βροχοπτώσεις. 

Αντίθετα η χωνεμένη μπορεί να μπει αργότερα μέσα στην καλλιεργητική περίοδο, σε μεγαλύτερες ποσότητες και πιο κοντά στα δέντρα. Και στις δύο περιπτώσεις είναι προτιμότερο, η κοπριά να εφαρμόζεται κυκλικά γύρω από το δέντρο και σε θέση τέτοια όπου μπορεί να γίνει ευκόλως διαθέσιμη από το ενεργό ριζικό σύστημα των ελαιόδεντρων. 

Ανάλογα με το ζώο από το όποιο έχει προέλθει η κοπριά, υπάρχει σαφής διαφοροποίηση στο είδος και στις προστιθέμενες ποσότητες θρεπτικών στοιχείων. Για παράδειγμα: 

  • η πιο φτωχή σε άζωτο είναι η κοπριά από βόδια,
  • η πιο πλούσια σε φώσφορο είναι από άλογα και πρόβατα, 
  • πλούσια σε κάλιο είναι του χοίρου και σε μαγνήσιο του προβάτου.
  • η κοπριά από κότες συχνά θεωρείται η καλύτερη επιλογή καθώς έχει την υψηλότερη περιεκτικότητα σε όλα τα στοιχεία (εκτός Mg).

Όταν η κοπριά θα χρησιμοποιηθεί σε βιολογική καλλιέργεια (που πιστοποιείται), θα πρέπει αυστηρά και αποκλειστικά να προέρχεται από ζώα βιολογικής εκτροφής.

Εκτός από απευθείας χρήση της, η κοπριά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή κομπόστ, ως μείγμα με:

  • Υγρά και στερεά υπολείμματα ελαιουργείου
  • Υπολείμματα από κλαδέματα και χλωρή λίπανση
  • Άχυρο
  • Γαιοσκώληκες

 

4.) Μέχρι πότε μπορούμε φέτος λόγω χιονιά να κλαδεψουμε;

Η διαδικασία κλαδέματος θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί πριν την έναρξη της άνθισης των ελαιόδεντρων ώστε να μην έχουμε υψηλές απώλειες σε θρεπτικά στοιχεία που θα αφαιρεθούν με το κλάδεμα.

Το πόσο όψιμα θα κλαδέψει κανείς θα επηρεαστεί από την ίδια την ποικιλία αλλά κυρίως από τις περιβαλλοντικές συνθήκες της περιοχής που βρίσκεται ο ελαιώνας. Τα τελευταία χρόνια με τους όψιμους ανοιξιάτικους παγετούς, πολλοί παραγωγοί επιλέγουν να καθυστερούν τα κλαδέματα, έως ότου έχουν περάσει οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Έχουμε το παράδειγμα παραγωγών του Αγροτικού Ελαιουργικού Συνεταιρισμού Λιβανάτων που μας λένε ότι τα κλαδέματα ξεκινούν τον Ιανουάριο, οι πιο πολλοί κλαδεύουν τον Μάρτη, ενώ λίγοι μπαίνουν Απρίλη-Μάη για να αξιολογήσουν την ίδια στιγμή την παραγωγή της χρονιάς και να κάνουν και το αραίωμα καρπού (σε επιτραπέζιες). 

Πέρα από το ετήσιο κλάδεμα καρποφορίας, ο παραγωγός μπορεί να χρειαστεί να ξαναμπεί να κλαδέψει μετά από πολύ ισχυρούς παγετούς που προκαλέσαν ζημιές στα δέντρα του. Σε αυτή την περίπτωση το κλάδεμα λέγεται αποκατάστασης (αναγέννησης) και θα πρέπει να πραγματοποιείται και πάλι μετά το πέρας των χαμηλών θερμοκρασιών. Αφού ζεστάνει λίγο ο καιρός, θα μπορέσει ο παραγωγός να αξιολογήσει το μέγεθος της ζημιάς που έχει προκληθεί. 

Σε κάθε περίπτωση η απόφαση για κλάδεμα θα πρέπει να παίρνεται σε συνάρτηση με την πρόβλεψη του καιρού. Αυτό μπορεί να μεταβάλει την ημερομηνία από χρονιά σε χρονιά έως και μερικές εβδομάδες. Δεν κλαδεύουμε ποτέ αμέσως μετά, κατά την διάρκεια ή λίγο πριν από βροχοπτώσεις ή πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. 

 

5.) Πώς κάνουμε έλεγχο στο χώμα του κτήματος; Λαμβάνουμε τοπικά κάποιο δείγμα ή από διάφορα σημεία; Σε χημείο το πάμε; Με ποιο τρόπο παίρνουμε τα εδαφικά δείγματα;

Πριν πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε επέμβαση λίπανσης των ελαιόδεντρων, είναι σημαντικό να έχουμε στοιχεία για την κατάσταση, τις ιδιότητες και το απόθεμα σε θρεπτικά του εδάφους στον ελαιώνα μας. Τα στοιχεία αυτά μπορεί να μας τα δείξει μια εδαφολογική ανάλυση. Για να πραγματοποιηθεί αυτή, ο παραγωγός θα πρέπει να λάβει ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα από το χωράφι του και να το στείλει σε κατάλληλα εργαστήρια που προσφέρουν αυτές τις υπηρεσίες. Αφού επιλεγεί το εργαστήριο, καλό θα ήταν πέρα από τις βασικές κατευθυντήριες οδηγίες για την δειγματοληψία, ο παραγωγός να συμβουλευτεί και την ιστοσελίδα του εργαστηρίου για πρόσθετες απαιτήσεις (πχ για το μέγεθος του δείγματος, τον τρόπο αποστολής, κλπ.).

Σε γενικές γραμμές για να συλλεγεί ένα κατάλληλο και αντιπροσωπευτικό βήμα, ο παραγωγός θα πρέπει:

  1. Να συλλέξει δείγμα εδάφους από 8-12 διαφορετικά σημεία του χωραφιού του. Aν ο ελαιώνας είναι πολύ μεγάλος και ιδιαίτερα ανομοιογενής μπορεί ο αριθμός αυτός να είναι μεγαλύτερος. Όλα τα δείγματα θα πρέπει να αναμειχθούν καλά σε ένα και από αυτό να παρθούν 1-2 κιλά (δείτε οδηγίες εργαστηρίων) που θα τοποθετηθούν σε πλαστικό σακουλάκι. 
  2. Το εδαφικό δείγμα να λαμβάνεται σε βάθος έως 30 εκατοστά (αντιπροσωπευτικό του βάθους του ενεργού ριζικού συστήματος της ελιάς).
  3. Από κάθε σημείο να λαμβάνεται ίση ποσότητα εδάφους.
  4. Να αποφεύγεται η λήψη δειγμάτων από σημεία του χωραφιού που μπορεί να είναι δίπλα σε δρόμο ή από σημεία με κάποια ιδιαιτερότητα (πχ, λιμνάζοντα νερά)

Η δειγματοληψία μπορεί να γίνει οποιαδήποτε περίοδο του χρόνου (συνήθως Νοέμβριο ή Δεκέμβριο) αλλά ποτέ μετά από κάποια επέμβαση λίπανσης. 

Η δειγματοληψία μπορεί να γίνει με ειδικό εξοπλισμό.

Από την εδαφολογική ανάλυση θα μάθουμε:

  • Φυσικοχημικές ιδιότητες 
  • pH (για διαθεσιμότητα θρεπτικών)
  • Ολικό ανθρακικό ασβέστιο
  • Ποσοστό οργανικής ουσίας. Ανάλογα με το ιστορικό του χωραφιού, μια τιμή άνω του 2-3% είναι ικανοποιητική, ενώ καλή θεωρείται άνω του 5%.
  • Ειδική ηλεκτρική αγωγιμότητα 
  • Διαθέσιμες μορφές θρεπτικών

Επάρκεια ενός στοιχείου δεν σημαίνει απαραιτήτως διαθεσιμότητα για το δέντρο. Η διαθεσιμότητα μπορεί να επηρεάζεται από άλλους δείκτες όπως το pH αλλά και από την ποσότητα άλλων θρεπτικών στοιχείων.

Η ανάλυση του εδάφους συστήνεται να πραγματοποιείται σε συνδυασμό με την φυλλοδιαγνωστική, που μπορεί να γίνεται σε ετήσια βάση ή ανά κάποια χρόνια μετά από οπτικές παρατηρήσεις ύποπτων συμπτωμάτων τροφοπενίας. Η ανάλυση αυτή θα δείξει αν οι διαθέσιμες ή/και προστιθέμενες ποσότητες θρεπτικών, απορροφώντας από τα δέντρα μας. 

Για την συλλογή του δείγματος που θα σταλεί στο εργαστήριο για ανάλυση, ο παραγωγός θα πρέπει να συλλέξει περίπου ένα δείγμα 100-150 φύλλων. Τα φύλλα αυτά θα πρέπει να είναι πλήρως ανεπτυγμένα και να προέρχονται από το μέσο κλαδίσκων ετήσιας βλάστησης (5-8 μηνών). Η κατάλληλη εποχή δειγματοληψίας για φυλλοδιαγνωστική είναι περίπου 6-8 εβδομάδες μετά την πλήρη ανθοφορία της ελιάς (συνήθως τον Ιούλιο). Και σε αυτή την περίπτωση, το δείγμα θα πρέπει να είναι αντιπροσωπευτικό και να παρθεί από αρκετά δέντρα σε διαφορετικά σημεία του χωραφιού. Πρέπει να αποφεύγεται η συλλογή φύλλων:  

  • Από μη αντιπροσωπευτικά δέντρα (πχ, πολύ στρεσαρισμένα ή δίπλα σε δρόμο)
  • Αμέσως μετά από βροχόπτωση, ή όταν υπάρχει πολύ υγρασία ή υψηλές θερμοκρασίες.
  • Μετά από διαφυλλική λίπανση ή επέμβαση φυτοπροστασίας.

Τα φυλλικά δείγματα θα πρέπει να αποσταλούν στο εργαστήριο το γρηγορότερο δυνατόν. Μπορούν αν συντηρηθούν για μικρό χρονικό διάστημα και στο ψυγείο αλλά ποτέ να μην τοποθετούνται στην κατάψυξη. 

https://www.oliveoilsource.com/page/fertilizers-and-amendments

http://www.moa.gov.cy/moa/da/da.nsf/All/838A6CFBDE1024C4C2257A2300499866/$file/Ok16DigmatolipsiesEdafousFyllon.pdf

 

6.) Πώς απολυμαίνουμε το αλυσοπρίονο μετά από κλάδεμα αρρώστων δέντρων (καρκινώματα)

Είναι πολύ σημαντικό να απολυμαίνονται τα εργαλεία κλαδέματος (ψαλίδια, αλυσοπρίονο) κυρίως όταν είναι δανεικά από άλλον ελαιοκαλλιεργητή ή/και έχουν χρησιμοποιηθεί για κλάδεμα ελαιόδεντρων που φέρουν ασθένειες όπως καρκινώματα. Τα προσβεβλημένα δέντρα θα πρέπει να κλαδεύονται τελευταία ώστε το μόλυσμα να μην μεταφερθεί σε υγιή δέντρα.

Εναλλακτικά, ο παραγωγός μπορεί να έχει ένα δεύτερο σετ εργαλείων που θα χρησιμοποιήσει αποκλειστικά σε αυτά τα δέντρα. Τα εργαλεία πρέπει να απολυμαίνονται και όταν πάμε από το ένα δέντρο στο άλλο καθώς μπορεί να υπάρχει κάποια ασθένεια αλλά τα συμπτώματα να μην είναι ακόμα εμφανή. Για τον σκοπό αυτό, τα εργαλεία μπορούν να εμβαπτίζονται για λίγα λεπτά σε:

  • Διάλυμα χλωρίνης με νερό 10% (ή εναλλακτικά 1 μέρος χλωρίνη προς 4 μέρη νερού). Τα εργαλεία μπορεί να ξεπλένονται μετά με καθαρό νερό. 
  • Φωτιστικό οινόπνευμα 70%

Και οι δύο επιλογές είναι ασφαλείς, αποτελεσματικές και οικονομικές. Στο αλυσοπρίονο πριν την εμβάπτιση της λάμας στα απολυμαντικά διαλύματα, θα πρέπει να αφαιρούνται σχολαστικά τα υπολείμματα από πριονίδια. Οι μεγάλες τομές κλαδέματος θα πρέπει να καλύπτονται με κατάλληλη επουλωτική πάστα και μετά το κλάδεμα να γίνεται ψεκασμός με χαλκούχα σκευάσματα. Το κλάδεμα θα πρέπει πάντα να αποφεύγεται όταν ο καιρός είναι βροχερός ή υπάρχει υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία (ομίχλη, κλπ).

 

7.) Όταν έχουμε νέα δέντρα πότε τα κλαδεύουμε; Μετά από ποιό έτος;

Το κλάδεμα διαμόρφωσης αποτελεί το σύνολο των τομών που γίνονται στο δέντρο, με σκοπό να δημιουργηθεί ένα σχήμα που θα εξυπηρετεί τους στόχους του παραγωγού. Το κλάδεμα αυτό πραγματοποιείται στα πρώτα χρόνια ζωής του δέντρου. Σε αυτό το στάδιο είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι δεν καρατομούμε το δέντρο με αυστηρά κλαδέματα, διότι αυτό θα αντιδράσει καθυστερώντας αρκετά να μπει στην παραγωγική φάση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι καλό να αφήνεται το δέντρο χωρίς καμία ενέργεια έως το δεύτερο ή ακόμα και τρίτο έτος της ηλικίας του, μέχρι να δημιουργήσει ένα ισχυρό ριζικό σύστημα. Χρειάζεται όμως να συζητήσετε με το γεωπόνο της περιοχής σας προκειμένου να σας δώσει μία εξατομικευμένη οδηγία. 

 

8.) Ποια η ιδανική απόσταση ανάμεσα σε δυο ελαιόδεντρα, ειδικά αν επιθυμούμε να φυτέψουμε ενδιάμεσα κάποιο δεντρί άλλης καλλιέργειας;

Η πυκνότητα φύτευσης σε έναν ελαιώνα (με άλλα δενδρώδη είδη ή και όχι) πρέπει να είναι τέτοια ώστε να μας δώσει τον μέγιστο αριθμό παραγωγικών δέντρων ανά στρέμμα, που όμως η ανάπτυξη του καθενός δεν θα επηρεάζει τα γειτονικά δέντρα (πχ, σκίαση, έντονος ανταγωνισμός για νερό και θρεπτικά). Οι αποστάσεις φύτευσης εξαρτώνται από την ποικιλία των ελαιόδεντρων, το σχήμα μόρφωσης που θα ακολουθηθεί και την κλίση του ελαιώνα. 

Σε παραδοσιακούς ελαιώνες οι αποστάσεις φύτευσης είναι κατά κανόνα μεγαλύτερες (7*7, 8*8 μέτρα), ενώ σε πιο σύγχρονες φυτεύσεις η πιο συνήθης απόσταση είναι 6*6 μέτρα (6*6, 4*6, 5*6, κα). 

Αν επιλεγεί ποικιλία ελιάς που έχει μεγάλη ανάπτυξη κόμης ή/και ο παραγωγός επιθυμεί να την κρατήσει χαμηλά (μεγαλύτερη ανάπτυξη σε πλάτος από ότι σε ύψος) θα πρέπει να δοθεί στα δέντρα μεγαλύτερος χώρος για να αναπτυχθούν. Αν δεν ακολουθηθεί αυτή η αρχή και επιλεγεί ένα πιο πυκνό σύστημα φύτευσης, τότε ο παραγωγός θα πρέπει να προσαρμόσει τα κλαδέματά του αντίστοιχα ή να είναι έτοιμος να πάει σε αραίωση των δέντρων μετά από μερικά χρόνια (10-20 χρόνια). Αν ο ελαιώνας είναι σε έδαφος με μεγάλη κλίση τότε οι αποστάσεις των δέντρων μπορεί να χρειαστεί να είναι μεγαλύτερες. 

Σε περίπτωση συγκαλλιέργειας με άλλα δενδρώδη είδη, θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν και το τελικό ύψος που θα αποκτήσουν αυτά τα δέντρα καθώς και την αρχιτεκτονική της κόμης τους. Αν τα δέντρα αυτά έχουν χαμηλότερο ύψος από τις ελιές, τότε μπορούν να ακολουθηθούν μικρότερες αποστάσεις φύτευσης. Αν ενδιαφέρει τον παραγωγό να εκμεταλλευθεί εμπορικά και τα συγκαλλιεργούμενα ήδη, τότε πρέπει να προσέξει να μην σκιάζεται και η δική τους κόμη από τις ελιές ώστε να μην μειωθεί η παραγωγικότητά τους. 

Το είδος που θα επιλεγεί για συγκαλλιέργεια θα πρέπει ιδανικά να μην είναι ξενιστής σημαντικών εχθρών της ελιάς και φυσικά να μην είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικό-απαιτητικό σε θρεπτικά, ιδιαίτερα σε ελαιώνες με περιορισμένα αποθέματα (το ίδιο ισχύει και για το νερό).

 

9.) Σε ξερικό ελαιώνα που βρίσκεται σε πλαγιά, πότε γίνεται η λίπανση και με τι; Στο έδαφος ή διαφυλλικά; 

Για να αποφασίσει ο/η κάθε παραγωγός τι πρόγραμμα λίπανσης θα εφαρμόσει, πρέπει να λάβει υπόψιν:

  1. τις απώλειες του συστήματος-ελαιώνας (θρεπτικά συστατικά που χάνονται με τα κλαδέματα, την συγκομιδή και την απορροή) Οι ετήσιες απώλειες ενός ελαιώνα (εντατικής εκμετάλλευσης) σε θρεπτικά από το κλάδεμα και την συγκομιδή, ανέρχονται κατά μέσο όρο σε 99.7 (Ν), 11.3 (P), and 138.6 (K) κιλά ανά εκτάριο.
  2. την ηλικία των δέντρων
  3. τα χαρακτηριστικά του εδάφους του  (pH, σύσταση, κλίση,  υδατοϊκανότητα κλπ)

Ως αποτέλεσμα, το πρόγραμμα λίπανσης θα πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των ελαιόδεντρων σε θρεπτικά για να επιτευχθεί μια καλή παραγωγικότητα. Ιδανικά η λίπανση πρέπει να γίνεται από το έδαφος, ή τουλάχιστον και από το έδαφος. Αν η κλίση του χωραφιού είναι σχετικά μεγάλη και ο ελαιώνας δέχεται μεγάλες ποσότητες βρόχινου νερού τότε το λίπασμα (η κοπριά ή το κομπόστ) θα πρέπει να ενσωματωθεί στο έδαφος για να μην ξεπλυθεί από την βροχή. Παράλληλα μπορεί να χρειαστεί η εφαρμογή του λιπάσματος στο έδαφος να γίνει προς τα μέσα ή τέλη του χειμώνα για τον ίδιο λόγο. Η λίπανση από το έδαφος μπορεί να συνδυαστεί με διαφυλλικές επεμβάσεις που θα βοηθήσουν στην άμεση απορρόφηση των θρεπτικών σε περιόδους ή χρονιές με μειωμένες βροχοπτώσεις. Αν η κλίση του χωραφιού είναι τέτοια που καθιστά απαγορευτική την είσοδο τρακτέρ τότε ίσως χρειαστεί η επέμβαση με διαφυλλικά τα οποία θα ψεκάζονται με ψεκαστήρα πλάτης. 

Γενικά σε ξηρικούς ελαιώνες που έχουν κάποια σχετική κλίση, ο παραγωγός θα πρέπει να λάβει μέτρα για να μειώσει τον κίνδυνο διάβρωσης του εδάφους και να ενισχύσει την οργανική ουσία στο έδαφος που θα βοηθήσει στην συγκράτηση της εδαφικής υγρασίας. 

 

10.) Η εφαρμογή οργώματος του χωραφιού κάνει καλό ή τελικά ισχύει ότι καταστρέφονται τα παράριζα του δέντρου.

Το όργωμα του ελαιώνα είναι μια αρκετά διαδεδομένη τεχνική που εφαρμόζεται και σήμερα από πολλούς καλλιεργητές. Με αυτή την διαδικασία μπορεί να γίνει επιτυχημένος έλεγχος των ζιζανίων και να ενσωματωθεί η κοπριά ή χλωρά λίπανση που μπορεί να εφαρμόζεται στο χωράφι. Από την άλλη πλευρά, αρκετοί είναι εκείνοι που επιλέγουν την ακατεργασία του εδάφους. Η χρήση χορτοκοπτικού έρχεται να αντικαταστήσει το όργωμα για τον έλεγχο της αυτοφυούς βλάστηση. Το τι θα επιλέξει ο κάθε παραγωγός εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά του χωραφιού του αλλά και την προσωπική του προσέγγιση. Σε περίπτωση που εφαρμοστεί όργωμα στον ελαιώνα είναι σημαντικό αυτό να μην γίνεται σε μεγάλο βάθος ή κοντά στην ρίζα των δέντρων καθώς μπορεί να τραυματίσει τις επιφανειακές ρίζες (παράριζα). Ο κίνδυνος είναι ακόμα μεγαλύτερος σε αρδευόμενους ελαιώνες που το ριζικό σύστημα της ελιάς είναι ακόμα πιο επιφανειακό.  

 

11.) Αναφορικά με το στρες από τον καύσωνα και τυχόν προστασία για τον δάκο, πέραν των αμινοξέων, εφαρμόζεται κάποια άλλη επέμβαση;

Μπορούν να εφαρμοστούν διαφυλλικά ορισμένα σκευάσματα με βιοδιεγέρτες που ενισχύουν φυσικά την αντοχή και άμυνα των ελαιόδεντρων στο στρες που μπορεί να δημιουργηθεί από περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως καύσωνας, καθώς και από φυτοπαθογόνα και εντομολογικούς εχθρούς. Συμπληρωματικά, μπορούν να γίνουν ψεκασμοί με καολίνη που μπορεί να προστατέψει το δέντρο από το θερμικό στρες (αυξάνοντας την ανάκλαση του ηλιακού φωτός) αλλά και από τον δάκο που δεν προτιμά και αποφεύγει τον ψεκασμένο καρπό. Τέλος, η εδαφοκάλυψη του ελαιώνα με μη ανταγωνιστικά είδη συμβάλλει στην μείωση των απωλειών υγρασίας λόγω εξάτμισης, μειώνει τον κίνδυνο υδατικού στρες στα δέντρα και βέβαια μειώνει τις ανάγκες για άρδευση. 

 

Οι συνεργάτες μας

Ενώνουμε τις δυνάμεις μας με Μ.Κ.Ο., Πανεπιστήμια και άλλους οργανισμούς παγκοσμίως ώστε μαζί να μπορέσουμε να επιτύχουμε τους κοινούς μας στόχους για βιωσιμότητα και ευημερία των ανθρώπων.