Βασικές Αρχές για την Επιλογή της Καλύτερης Ποικιλίας Σιταριού

Πώς να επιλέξετε την καλύτερη ποικιλία σιταριού – Οδηγός για την επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας σιταριού

Η επιλογή μιας κατάλληλης ποικιλίας για ένα συγκεκριμένο χωράφι σας είναι ένας από τους πιο κρίσιμους παράγοντες που θα επηρεάσουν την επιτυχία της καλλιέργειας σιταριού.

Τα τελευταία 9.000 χρόνια, αγρότες και επιστήμονες προσπαθούν να δημιουργήσουν, να παρακολουθήσουν, να δοκιμάσουν και να επιλέξουν νέες, βελτιωμένες ποικιλίες σιταριού που ταιριάζουν στα πρότυπα των σύγχρονων αναγκών, των τεχνικών καλλιέργειας και των απαιτήσεων της αγοράς. Μέχρι τον 15ο αιώνα, οι περισσότερες ποικιλίες σιταριού ήταν ντόπιες. Μια ντόπια ποικιλία είναι ένας πληθυσμός διαφορετικών γονότυπων σιταριού που καλλιεργείται για μεγάλο χρονικό διάστημα (π.χ. αιώνες) σε μια περιοχή και είναι ιδιαίτερα προσαρμοσμένος σε αυτές τις συγκεκριμένες συνθήκες. Κατά τη διάρκεια των ετών, οι άνθρωποι επέλεγαν τα άτομα με τις καλύτερες επιδόσεις (=γονότυπος) και τα χρησιμοποιούσαν ως μεμονωμένες ποικιλίες ή σε διασταυρώσεις για να αποκτήσουν βελτιωμένους απογόνους και υβρίδια. Μερικά από τα βασικά χαρακτηριστικά για την εξημέρωση του σίτου ήταν (Peng et al., 2011):

  1. Η απώλεια θραύσης των σπαδίκων (λιγότερες απώλειες σπόρων λόγω της πρώιμης διασποράς-τινάγματος των σπόρων)
  2. Ο ευκολότερος διαχωρισμός των σπόρων από τα γλωσσίδια (γυμνές ποικιλίες)
  3. Η απώλεια του λήθαργου των σπόρων
  4. Η αλλαγή στην αρχιτεκτονική των φυτών (λιγότερο φυλλώδη, πιο κοντά φυτά), μέγεθος ωτιδίου και κόκκου
  5. Η περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη

Μία από τις πρώτες γνωστές ποικιλίες είναι η Squareheads Master, η οποία αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1860. Το φυτό ήταν πιο κοντό, με πιο άκαμπτους βλαστούς και είχε μεγαλύτερη απόδοση από τους προγόνους του (1). Ωστόσο, οι περισσότερες σύγχρονες ποικιλίες σιταριού αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια της «Πράσινης Επανάστασης» γύρω στη δεκαετία του 1950-60 ως απάντηση στην αυξημένη παγκόσμια ζήτηση τροφίμων. Αυτή η εποχή χαρακτηρίζεται από την εισαγωγή γονιδίων νανισμού από την ιαπωνική ποικιλία «Norin 10», καθιστώντας τις ποικιλίες σιταριού μικρότερες. Στελέχη μικρότερου ύψους θα μπορούσαν να αντέξουν στάχυα μεγαλύτερου βάρους χωρίς να πλαγιάσουν, επιτρέποντας μια θεαματική αύξηση της απόδοσης (Hedden, 2003). Αυτά τα γονίδια εξακολουθούν να υπάρχουν σε περισσότερο από το 70% των σύγχρονων ποικιλιών σίτου που διατίθενται στην αγορά. Οι νέες ποικιλίες της «Πράσινης Επανάστασης» είχαν επίσης υψηλότερες απαιτήσεις σε άζωτο και αποδοτικότερη χρήση του στοιχείου, αυξάνοντας την ανάγκη για εισροές (λιπάσματα).

Ενώ η απόδοση ήταν το χαρακτηριστικό στο οποίο εστίαζαν οι ειδικοί κατά τον προηγούμενο αιώνα, στις μέρες μας, οι βελτιωτές στοχεύουν στα χαρακτηριστικά που συνδέονται με την προσαρμοστικότητα των φυτών – ανθεκτικότητα, αντοχή σε αβιοτικές (περιβαλλοντικές) και βιοτικές καταπονήσεις (παράσιτα και ασθένειες) και φυσικά την ποιότητα των κόκκων.

Κατηγοριοποίηση σίτου

Οι χιλιάδες εμπορικές ποικιλίες σιταριού (περίπου 100.000) που είναι διαθέσιμες κατηγοριοποιούνται βάσει:

  • Της ημερομηνίας φύτευσης (Χειμώνας-Άνοιξη) ? Το 80% του παγκόσμιου σιταριού είναι χειμερινό σιτάρι
  • Της σκληρότητας του κόκκου (Σκληρό, Μαλακό, Σκληρό) ? Αυτό αναφέρεται στην αντίσταση του κόκκου στην άλεση (μετατροπή σε αλεύρι) και αντανακλά την ποσότητα και τη σύνθεση της πρωτεΐνης του σιταριού (Khan, 2016). Τα διάφορα είδη σιταριού, με βάση τη σκληρότητα των κόκκων και την ποσότητα πρωτεΐνης, είναι κατάλληλα για την παραγωγή συγκεκριμένων προϊόντων διατροφής (Peña, 2002).
  • Της ποιότητας του κόκκου (4 ομάδες) ? Καθορίζεται από την ποικιλία, αλλά επηρεάζεται και απο το περιβάλλον.
  • Της κατηγορίας αλεύρου (για όλες τις χρήσεις, για ψωμί, για αλεύρι που φουσκώνει μόνο του, για κέικ, για σιμιγδάλι και για σκληρό αλεύρι)

Δεδομένου ότι ένας αγρότης δεν μπορεί να δοκιμάσει όλες τις υπάρχουσες ποικιλίες για να επιλέξει ποια είναι η καλύτερη, μπορεί να βασίσει την απόφασή του σε άλλα διαθέσιμα δεδομένα σε συνδυασμό με την προσωπική του εμπειρία και τις συμβουλές ενός πιστοποιημένου γεωπόνου της περιοχής.

Παράγοντες και χαρακτηριστικά που πρέπει να ληφθούν υπόψη για την επιλογή της κατάλληλης ποικιλίας σιταριού

Μερικά από τα βασικά χαρακτηριστικά που πρέπει να λάβει υπόψη ένας αγρότης κατά την επιλογή μιας ποικιλίας σιταριού είναι:

→ Το δυναμικό απόδοσης

→ Η Δυνατότητα προσαρμογής της ποικιλίας στην εκάστοτε περιοχή:

Είναι απαραίτητο να επιλέγονται ποικιλίες που μπορούν να φτάσουν το δυναμικό απόδοσης τους στις συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή που θέλει να καλλιεργήσει ο αγρότης. Μια ποικιλία σιταριού υψηλής απόδοσης προσαρμοσμένη σε συγκεκριμένες συνθήκες δεν σημαίνει ότι θα είναι η καλύτερη επιλογή σε κάθε μέρος του κόσμου. Για να διασφαλιστεί ότι η ποικιλία έχει σταθερά καλή απόδοση στις τοπικές συνθήκες, ο γεωργός πρέπει να έχει δεδομένα απόδοσης πολλαπλών εποχικών δοκιμών στην περιοχή ενδιαφέροντος. Υπάρχουν ποικιλίες με ευρεία προσαρμοστικότητα. Σε αυτή την περίπτωση, υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα η ποικιλία να δώσει μια απόδοση κοντά στις δυνατότητές της σε διαφορετικές περιοχές.

→ Το Σύστημα Παραγωγής και οι διαθέσιμες τεχνικές διαχείρισης: Αυτό θα μπορούσε να αναφέρεται στην εφαρμογή άρδευσης ή όχι, στην συμβατική καλλιέργεια ή στην καλλιέργεια με λιγότερες (ή καθόλου) εισροές, καθώς και στον σκοπό της καλλιέργειας (για βοσκή, για ζωοτροφές, για παραγωγή τροφίμων). Το σύστημα παραγωγής, οι διαθέσιμες εισροές και το δυναμικό απόδοσης της καλλιέργειας είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους. Για παράδειγμα, μια καλλιέργεια υψηλής απόδοσης μπορεί να χρειάζεται περισσότερα λιπάσματα για να φτάσει το δυναμικό αυτό.

Η περίοδος σποράς και η διάρκεια του κύκλου ζωής της καλλιέργειας: Οι ποικιλίες σιταριού ταξινομούνται ως χειμερινές και ανοιξιάτικες με βάση τη χρονική περίοδο στην οποία σπέρνονται και αναπτύσσονται. Ο γεωργός θα πρέπει να λάβει υπόψη τη διάρκεια του κύκλου ζωής της ποικιλίας. Μια καλλιέργεια σιταριού που έχει μικρότερο κύκλο ζωής μπορεί να “γλιτώσει” από αντίξοες συνθήκες, όπως πρώιμα κύματα καύσωνα (για το χειμερινό σιτάρι) και παγετούς (για το ανοιξιάτικο σιτάρι). Αντίθετα, σε περιοχές όπου οι συνθήκες είναι ευνοϊκές για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, ο αγρότης μπορεί να επιλέξει μια ποικιλία με πιο εκτεταμένο κύκλο ζωής και ίσως υψηλότερο δυναμικό απόδοσης.

→ Η ανοχή σε αβιοτικούς παράγοντες: Ο γεωργός θα πρέπει να εντοπίσει τον κύριο περιοριστικό παράγοντα στο χωράφι ή/και στην περιοχή του και να επιλέξει μια ποικιλία που μπορεί να τον αντιμετωπίσει διατηρώντας την καλή παραγωγικότητά του. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν ο αγρότης δεν έχει τα μέσα να ελέγξει αποτελεσματικά το αβιοτικό στρες. Για παράδειγμα, μια ποικιλία με υψηλή ανοχή στην ξηρασία είναι η καλύτερη επιλογή σε περιοχές όπου οι βροχοπτώσεις είναι ανεπαρκείς και ο αγρότης δεν μπορεί να εφαρμόσει άρδευση. Τέλος, η αντοχή του φυτού ως προς το πλάγιασμα μπορεί να είναι απαραίτητη σε περιοχές με ισχυρούς ανέμους, ειδικά σε μεταγενέστερα αναπτυξιακά στάδια (πιο κοντά στο γέμισμα των κόκκων).

→ Η αντοχή σε ασθένειες και παράσιτα: Οι αγρότες πρέπει να γνωρίζουν ποιοι είναι οι κύριοι «εχθροί» της καλλιέργειας στην περιοχή και να επιλέξουν μια ποικιλία που έχει καλή ανοχή ή αντοχή σε αυτούς. Οι ανθεκτικές ποικιλίες είναι μια εξαιρετική μέθοδος ελέγχου για παράσιτα και ασθένειες των καλλιεργειών, μειώνοντας την ανάγκη, αλλά και την συχνότητα, του χημικού ελέγχου που απαιτείται (λιγότερες εισροές). Επιπλέον, σε ορισμένες περιπτώσεις, λόγω της μείωσης των διαθέσιμων και πιστοποιημένων δραστικών ουσιών για τον έλεγχο των παρασίτων-ασθενειών, η γενετική αντοχή είναι συνήθως η μόνη αποτελεσματική επιλογή του αγρότη. Ωστόσο, τα καλύτερα αποτελέσματα επιτυγχάνονται συχνά με μέτρα ολοκληρωμένης διαχείρισης (χρησιμοποιώντας προληπτικά μέτρα σε συνδυασμό με ανθεκτικές ποικιλίες). Πολλές εμπορικές ποικιλίες έχουν καλή αντοχή στην καστανή και κίτρινη σκωρίαση, στο φουζάριο, στο ωίδιο και στο “παρασιτικό πλάγιασμα”.

Η ποιότητα των κόκκων: Τα πρότυπα διαφέρουν ανάλογα με το τελικό προϊόν και τη χρήση των σιτηρών (κατανάλωση από τον άνθρωπο ή όχι). Για παράδειγμα, οι κόκκοι σιταριού που προορίζονται για άλεσμα και ψήσιμο πρέπει να έχουν περίπου 14,4% (12% mb-moisture basis) περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη, ενώ για την παραγωγή κέικ και αρτοσκευασμάτων, η τιμή πρέπει να είναι χαμηλότερη, στο εύρος 7–11% (13,5% mb) (Khan, 2016). Από την άλλη πλευρά, οι σπόροι σκληρού σίτου πρέπει να έχουν 13,5% ή και παραπάνω για να παράγουν ζυμαρικά με 12,5% επίπεδα πρωτεΐνης (7). Στις μέρες μας, οι εταιρείες άλεσης και αρτοποιίας έχουν δημιουργήσει λεπτομερείς λίστες με απαιτήσεις ποιότητας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, δημοσιεύουν έναν κατάλογο «προτιμώμενων ποικιλιών σιταριού» που παράγουν σπόρους που πληρούν τα πρότυπα ποιότητας (2).

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ορισμένες παράμετροι και χαρακτηριστικά μπορεί να επηρεάσουν την έκφραση άλλων. Ως αποτέλεσμα, οι αγρότες θα πρέπει να ακολουθούν μια ολιστική προσέγγιση και να λαμβάνουν τα πάντα υπόψη πριν επιλέξουν μια ποικιλία. Για παράδειγμα, για πρώιμη σπορά (στο χειμερινό σιτάρι), θα ήταν καλύτερο να επιλέξετε μια ποικιλία ανθεκτική στον παγετό με υψηλή αντοχή σε μυκητιακές ασθένειες, με δυνατούς μίσχους (άχυρα) και αργή ανάπτυξη. Για να βοηθηθούν οι αγρότες να λάβουν μια τεκμηριωμένη απόφαση, δημοσιεύονται από τις τοπικές αρχές ορισμένα εργαλεία (3) και κατάλογοι ποικιλιών (4, 5, 6).

Συμβουλή: Αποφύγετε τη μονοκαλλιέργεια με μία ποικιλία

Η χρήση μόνο μιας ποικιλίας (=γονότυπος) σε μεγάλη έκταση είναι συνήθως η πηγή πολλών προβλημάτων. Για να περιοριστεί ο κίνδυνος μείωσης απόδοσης λόγω αβιοτικών και βιοτικών καταπονήσεων, ο γεωργός θα μπορούσε να καλλιεργήσει περισσότερες από μία ποικιλίες σιταριού που διαφέρουν σε ένα ή περισσότερα χαρακτηριστικά (ανθεκτικότητα στις ασθένειες, αντοχή στην ξηρασία, χρόνος ωρίμανσης κ.λπ.). Αυτό ονομάζεται «Variety Complementation». Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι υπάρχει κίνδυνος μόλυνσης από σκωρίαση σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Σε αυτήν την περίπτωση, ένας αγρότης μπορεί να επιλέξει να καλλιεργήσει τόσο μια ποικιλία υψηλής απόδοσης (που είναι πιο ευαίσθητη στον μύκητα) όσο και μια ποικιλία υψηλής αντοχής (που μπορεί να έχει μικρότερη δυνατότητα απόδοσης). Η αλλαγή της καλλιεργούμενης ποικιλίας μπορεί να γίνει από χρόνο σε χρόνο.

Πηγές

  1. https://sustainablefoodtrust.org/articles/a-brief-history-of-wheat/
  2. https://kswheat.com/sites/default/files/mf3587.pdf
  3. Variety selection tool for cereals and oilseeds | AHDB
  4. https://wheatquality.com.au/master-list/#/
  5. https://iiwbr.icar.gov.in/varieties-of-wheat/
  6. https://ahdb.org.uk/knowledge-library/recommended-lists-variety-comments-for-cereals-and-oilseed-rape#h20
  7. https://extension.umn.edu/small-grains-crop-and-variety-selection/understanding-grain-quality#wheat–1382610

Hedden, P. (2003). The genes of the Green Revolution. TRENDS in Genetics19(1), 5-9.

Khan, K. (2016). Wheat: chemistry and technology. Elsevier.

Peña, R. J. (2002). Bread wheat improvement and production. Food and Agriculture Organization of the United Nations, 483-542.

Peng, J. H., Sun, D., & Nevo, E. (2011). Domestication evolution, genetics and genomics in wheat. Molecular Breeding28(3), 281-301.

Σιτάρι: Γενικές Πληροφορίες, Ιστορία, Θρεπτική αξία

Βασικές Αρχές για την Επιλογή της Καλύτερης Ποικιλίας Σιταριού

Προετοιμασία και Απαιτήσεις Εδάφους και Σποράς για την Καλλιέργεια Σιταριού

Απαιτήσεις και Μέθοδοι Άρδευσης στην Καλλιέργεια Σιταριού

Απαιτήσεις Λίπανσης στην Καλλιέργεια Σιταριού

Παράσιτα και Ασθένειες στην Καλλιέργεια Σιταριού

Απόδοση – Συγκομιδή – Αποθήκευση του Σιταριού

Διαχείριση Ζιζανίων στην Καλλιέργεια Σιταριού

Οι συνεργάτες μας

Ενώνουμε τις δυνάμεις μας με Μ.Κ.Ο., Πανεπιστήμια και άλλους οργανισμούς παγκοσμίως ώστε μαζί να μπορέσουμε να επιτύχουμε τους κοινούς μας στόχους για βιωσιμότητα και ευημερία των ανθρώπων.