Ασφάλιση – Ένα χρηματοοικονομικό εργαλείο αντιστάθμισης και διαχείρισης κινδύνων στην αγροτική παραγωγή

Ασφάλιση - Ένα χρηματοοικονομικό εργαλείο αντιστάθμισης και διαχείρισης κινδύνων στην αγροτική παραγωγή
Διαχείριση κινδύνων στην γεωργία

Nuno Meira

Σύμβουλος σε θέματα κλιματικά ''έξυπνης'' γεωργίας και γεωργικής ασφάλισης

Μοιράσου το:

Η ασφάλιση είναι ένας μηχανισμός μεταφοράς χρηματοοικονομικού κινδύνου που βασίζεται στην αρχή ότι ένας ασφαλιστής (ή φορέας κινδύνου, στον οποίο ο ασφαλισμένος μεταβιβάζει μέρος ή το σύνολο ενός κινδύνου – π.χ. την απόδοση σιταριού για το έτος) αποδέχεται μια άγνωστη μελλοντική απειλή (π.χ. καταιγίδα, χαλάζι, πλημμύρα κ.λπ.) έναντι της καταβολής ενός συμφωνημένου ασφαλίστρου από τον ασφαλισμένο.

Το ασφάλιστρο, ή, σε απλή γλώσσα, το τίμημα που πρέπει να καταβάλει ο αγρότης (ασφαλισμένος) για να ασφαλίσει τα περιουσιακά του στοιχεία, αντιπροσωπεύει το μέγεθος του ρίσκου που δέχεται να αναλάβει να καλύψει ο ασφαλιστής. Επιπλέον, αντιπροσωπεύει ορισμένους Όρους και Προϋποθέσεις που ο ασφαλιστής ή η ομάδα ανάληψης κινδύνων του ασφαλιστή (το άτομο/τα άτομα που εντοπίζουν τα σχετικά ουσιώδη γεγονότα, αναλύουν και ελέγχουν τον αντίκτυπο στο χαρτοφυλάκιο του ασφαλιστή από την ευθύνη που μεταβιβάζεται σε αυτόν) έθεσε για να αποδεχθεί την κάλυψη μιας ευθύνης κινδύνου. Οι ασφαλιστές κάνουν τη δική τους αξιολόγηση της διαχείρισης κινδύνου.

Το έγγραφο που δεσμεύει νομικά τον ασφαλιστή και τον ασφαλισμένο, διατυπωμένο με τρόπο που να αντιπροσωπεύει τη συμβατική τους σχέση, ονομάζεται “ασφαλιστήριο συμβόλαιο”.

Μεταξύ άλλων, το έγγραφο αυτό περιγράφει τον ασφαλισμένο, τον ασφαλιστή, την ημερομηνία έναρξης και λήξης της ασφαλιστικής κάλυψης, τους καλυπτόμενους κινδύνους, το ασφαλισμένο ποσό, την τοποθεσία που ασφαλίζει ο αγρότης, το ασφάλιστρο, συμπεριλαμβανομένων των όρων και των προθεσμιών πληρωμής, και απαριθμεί μια σειρά διατάξεων ή ρητρών που περιγράφουν τι, πότε, πώς, καλύπτεται και με ποια μορφή ανταποκρίνεται το ασφαλιστήριο σε ένα συμβάν, καθοδηγώντας τους ελεγκτές ζημιών να αποδεχθούν ή όχι μια απαίτηση που υποβάλλεται βάσει αυτού του συμβατικού εγγράφου.

“Νόμος των μεγάλων αριθμών”

Οι ασφαλιστές βασίζουν τις δραστηριότητές τους, μεταξύ άλλων αξιωμάτων-αρχών, στο “νόμο των μεγάλων αριθμών” για να εκτιμήσουν τις ζημίες που μπορεί να έχει στο μέλλον μια συγκεκριμένη ομάδα ασφαλισμένων.

Αυτή η στατιστική ευρετική μπορεί να εξηγηθεί με το ακόλουθο παράδειγμα:

Όταν ρίχνουμε ένα νόμισμα στον αέρα, θεωρητικά, υπάρχει μια πιθανότητα 50/50 (Θεωρητική Συχνότητα Εμφάνισης) να παρατηρήσουμε ότι θα πέσει είτε με κορώνα είτε με γράμματα προς τα πάνω.

Ωστόσο, ο αριθμός των φορών που ρίχνουμε το νόμισμα στον αέρα έχει σημασία:

(ας πούμε, 10), βλέπουμε ότι η Πραγματική Συχνότητα Εμφάνισης, ‘’κορώνα ή γράμματα’’ δεν αντιστοιχεί στη Θεωρητική Συχνότητα Εμφάνισης (5/5), αλλά ότι μπορεί να μεταβάλλεται τυχαία (π.χ. 6/4, 2/8, 1/9, 10/0, κ.λπ.).

Ωστόσο, αν ρίξουμε το νόμισμα στον αέρα πολλές φορές (π.χ. 100, 1000, 1 εκατομμύριο φορές ή και περισσότερες) βλέπουμε ότι η Πραγματική Συχνότητα Εμφάνισης πλησιάζει όλο και περισσότερο στη Θεωρητική Συχνότητα Εμφάνισης, 50/50.

Μεταφέροντας αυτόν τον “κανόνα” στο χαρτοφυλάκιο ενός ασφαλιστή μιας συγκεκριμένης, ασφαλιστικής κατηγορίας ή τυπολογίας κινδύνων (π.χ. ασφάλιση καλλιεργειών), όσο αυξάνεται ο αριθμός των ασφαλισμένων ή/και των συμβολαίων, τόσο πιο σίγουρη θα είναι η ασφαλιστική εταιρεία στην πρόβλεψή της για την πιθανή “συμπεριφορά” ολόκληρου του χαρτοφυλακίου.

Η πιθανότητα η πραγματική ζημία ανά μονάδα έκθεσης να είναι ίση με την αναμενόμενη ζημία ανά μονάδα έκθεσης είναι υψηλότερη. Ως εκ τούτου, το ασφάλιστρο συσχετίζεται σε μεγάλο βαθμό (εκτός από άλλες εκτιμήσεις, όπως οι όροι και οι προϋποθέσεις που επιβάλλει ο ασφαλιστής για την αποδοχή και την κάλυψη ενός συγκεκριμένου κινδύνου) με τη συχνότητα και την ένταση των παρελθόντων γεγονότων που καταγράφονται διαχρονικά.

Ο κανόνας του “Νόμου των Μεγάλων Αριθμών” μπορεί να είναι λιγότερο αποτελεσματικός όταν οι ασφαλισμένοι είναι ανεξάρτητοι μεταξύ τους (π.χ. οι ασθένειες και τα περιστατικά πυρκαγιάς μπορούν να διαπεράσουν από τον ένα ασφαλισμένο στον άλλο, αν δεν περιοριστούν κατάλληλα) ή επειδή οι ασφαλισμένοι έχουν ατομικές προτιμήσεις κινδύνου, χρονικές προτιμήσεις και τιμές για την απόκτηση ασφάλισης. Καθώς αυξάνεται η ποικιλία των απαιτήσεων, το δυνητικό όφελος από το νόμο των μεγάλων αριθμών μειώνεται επειδή λιγότεροι άνθρωποι επιθυμούν παρόμοιους τύπους κάλυψης. Η κλιματική αλλαγή οδηγεί επίσης στο να γίνει λιγότερο προβλέψιμη η συνέπεια της πρόβλεψης των γεωργικών αποτελεσμάτων (όσον αφορά τον χρόνο που οφείλονται) και το επίπεδο των αναμενόμενων αποδόσεων.

Οι ασφαλιστές διαθέτουν συνήθως ομάδες εξειδικευμένες στην Ασφαλιστική Στατιστική που ονομάζονται Αναλογιστές, οι οποίοι βοηθούν τους Ασφαλιστές στην τιμολόγηση του κινδύνου και στον καθορισμό άλλων όρων και προϋποθέσεων.

Άλλοι σημαντικοί, κοινοί παράγοντες και ενδιαφερόμενοι φορείς κατά μήκος της ασφαλιστικής αλυσίδας αξίας είναι:

  • οι μεσίτες – διαμεσολαβητές που φέρνουν πιο κοντά τον αγοραστή (τον ασφαλισμένο, δηλαδή τον αγρότη) και τον πωλητή (τον ασφαλιστή). Συνήθως δεν συνδέονται με συγκεκριμένη ασφαλιστική εταιρεία αλλά προμηθεύονται ασφαλιστικά πακέτα στο φάσμα της αγοράς
  • πράκτορες – διαμεσολαβητές όπως οι μεσίτες, αλλά εκπροσωπούν επίσημα έναν συγκεκριμένο (ή περισσότερους από έναν) ασφαλιστή.
  • επιθεωρητές – ειδικοί σε έναν συγκεκριμένο τεχνικό τομέα (π.χ. καλλιέργειες, κτηνοτροφία, ιχθυοκαλλιέργεια, δασοκομία κ.λπ.), οι οποίοι μπορεί να κληθούν από τον ασφαλιστή πριν από την έκδοση του συμβολαίου, για να τον βοηθήσουν να εκτιμήσει καλύτερα τον κίνδυνο, να θέσει όρους και προϋποθέσεις (ή ακόμη και να μην αποδεχθεί καθόλου τον κίνδυνο). Η πραγματογνωμοσύνη (επιτόπιος έλεγχος) στην τοποθεσία του δυνητικού ασφαλισμένου και η διεξαγωγή συνέντευξης με τον αγρότη, επιτρέπει στον ασφαλιστή να αντλήσει πληροφορίες σχετικά με τα ουσιώδη γεγονότα της ασφάλισης (π.χ. ασφαλισμένο ποσό, μέτρα ασφαλείας, επαγγελματισμός του αγρότη, τοποθεσία, προηγούμενες εμπειρίες ζημιών κ.λπ.)
  • οι εκτιμητές ζημιών – όπως οι επιθεωρητές, καλούνται να επισκεφθούν και να αξιολογήσουν την ασφαλιζόμενη έκταση, αλλά για να επιβεβαιώσουν το μέγεθος του ζημιογόνου γεγονότος που ισχυρίζεται ο ασφαλισμένος, καθώς και το ποσό της αποζημίωσης που πρέπει να καταβληθεί, εάν διαπιστωθεί ότι η ζημία είναι υπαρκτή και δεν υπάρχει δόλια συμπεριφορά. Αυτό γίνεται όταν ένα συμβόλαιο είναι ενεργό, κατά τη διάρκεια της νόμιμης περιόδου ισχύος του.
  • αντασφαλιστές – όπως και ο αγρότης (ασφαλισμένος), έτσι και οι ασφαλιστές πρέπει να μεταφέρουν τις δικές τους υποχρεώσεις για να μπορούν να δέχονται περισσότερους πελάτες, καθώς είναι εμπορικές εταιρείες, εξαρτώμενες από την κερδοφορία. Τα περιουσιακά στοιχεία των ασφαλιστών είναι περιορισμένα και δεν θα ήταν ποτέ αρκετά για να ανταποκριθούν σε ένα μεγάλο συστημικό γεγονός που πλήττει ένα ολόκληρο χαρτοφυλάκιο (π.χ. σεισμός, μεγάλη πλημμύρα) στην περίπτωση που ο ασφαλιστής κατείχε το 100% όλων των υποχρεώσεων που του μεταβιβάστηκαν από τους πελάτες του. Οι αντασφαλιστές (ασφαλιστές των ασφαλιστών, άρα αντασφαλιστές) είναι συνήθως μεγάλες διεθνείς εταιρείες με γεωγραφικές παγκόσμιες δραστηριότητες. Τα κυριότερα κέντρα στα οποία εδρεύουν είναι το Λονδίνο, η Ζυρίχη, η Γερμανία (Μόναχο, Ανόβερο), οι Βερμούδες, η Σιγκαπούρη, το Χονγκ Κονγκ.

Αρχή της αποζημίωσης

Το φυτικό και ζωϊκό κεφάλαιο, τα κτίρια, τα μηχανήματα κ.λπ. θεωρούνται όλα σκληρά, υλικά, εμπορευματοποιημένα αγαθά (ακίνητα), τα οποία θα μπορούσαν να εκπροσωπηθούν στα περιουσιακά στοιχεία ενός ισολογισμού.

Αυτό σημαίνει ότι ο Ασφαλισμένος, κατά τη στιγμή της σύναψης του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, έχει μια ορισμένη οικονομική θέση που αντιπροσωπεύεται από τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία που καλύπτονται από το ασφαλιστήριο συμβόλαιο (δηλαδή, για παράδειγμα, μια αναμενόμενη σοδειά στο τέλος μιας περιόδου) σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Το ποσό αυτό το ονομάζουμε “Ασφαλισμένο ποσό”.

Το ασφαλισμένο ποσό μιας καλλιέργειας (π.χ. σιτάρι) εκφράζεται συνήθως σε χρηματικούς όρους (π.χ. ευρώ/δολάριο κ.λπ.). πολλαπλασιάζοντας την αναμενόμενη απόδοση (Kg ανά εκτάριο) στο τέλος της περιόδου (με βάση την ιστορική εμπειρία ή τους μέσους όρους στην περιοχή όπου βρίσκεται η ίδια καλλιέργεια) με μια τιμή ανά Kg που είναι εύλογα αποδεκτή ως αντιπροσωπευτική των τάσεων της αγοράς από τον ασφαλιστή (μπορεί να υπάρχουν όμως πολλαπλές παραλλαγές στην προσέγγισή του).

Σημαίνει επίσης ότι ο ασφαλισμένος, που είναι το φυσικό πρόσωπο (ή η εταιρεία) που κατέχει τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία, έχει ασφαλιστικό συμφέρον (κάτι να χάσει) σε περίπτωση που συμβεί ένα γεγονός που προκαλείται από οποιονδήποτε από τους κινδύνους που προσδιορίζονται στο ασφαλιστήριο συμβόλαιο και, στο πλαίσιο των όρων και προϋποθέσεων του. Ασφαλιστικό συμφέρον είναι η αναγνωρισμένη νομική σχέση μεταξύ του ασφαλισμένου και της οικονομικής ζημίας που υφίσταται ο ασφαλισμένος κατά την επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης, σύμφωνα με τη διατύπωση του ασφαλιστηρίου συμβολαίου.

Η γεωργική ασφάλιση είναι, ως εκ τούτου, μια μορφή ασφάλισης περιουσίας.

Η αρχή της αποζημίωσης ορίζει ότι:

  • όταν συμβεί μια ζημία, ο ασφαλισμένος πρέπει να επανέλθει στην ίδια οικονομική θέση που κατείχε αμέσως πριν από τη ζημία, αναγνωρίζοντας και διασφαλίζοντας το ασφαλιστέο συμφέρο του.
  • ο ασφαλισμένος δεν πρέπει να λαμβάνει ούτε περισσότερο ούτε λιγότερο από το πραγματικό ποσό της ζημίας που υπέστη.
  • η κάλυψη του κινδύνου και οι πληρωμές αποζημιώσεων υπόκεινται πάντα στο όριο του ασφαλισμένου ποσού και σε ορισμένους όρους και προϋποθέσεις του ασφαλιστηρίου συμβολαίου.

Βιβλιογραφία:

Ross, S. (2022) The law of large numbers in the insurance industry, Investopedia. Investopedia. Available at: https://www.investopedia.com/articles/personal-finance/081616/behind-law-large-numbers-insurance-industry.asp (Accessed: November 27, 2022).

Οι συνεργάτες μας

Ενώνουμε τις δυνάμεις μας με Μ.Κ.Ο., Πανεπιστήμια και άλλους οργανισμούς παγκοσμίως ώστε μαζί να μπορέσουμε να επιτύχουμε τους κοινούς μας στόχους για βιωσιμότητα και ευημερία των ανθρώπων.