Αρχές διατροφής αγροτικών ζώων (βοοειδών)

Διατροφή Αγροτικών Ζώων

James Mwangi Ndiritu

Σύμβουλος Αγροτικής Επιχειρηματικότητας και Περιβαλλοντικής Διαχείρισης

Μοιράσου το:

Το άρθρο αυτό είναι επίσης διαθέσιμο στις ακόλουθες γλώσσες:

Το άρθρο αυτό είναι επίσης διαθέσιμο στις ακόλουθες γλώσσες: English (Αγγλικα)

Περισσότερες μεταφράσειςΛιγότερες μεταφράσεις

Ενέργεια

Η τροφοδότηση των ζώων για την παραγωγή ενέργειας, είναι η βασικότερη αρχή της διατροφής και φροντίδας τους και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά βάρη για τον παραγωγό.

Τα ζώα αντλούν το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας που χρειάζονται από τη διάσπαση των ινών που περιέχονται στις ζωοτροφές. Η υπόλοιπη ποσότητα που απαιτείται προέρχεται από την καύση συμπυκνωμένων αμύλων και λιπών. Η βιομηχανία ζωοτροφών μετρά συνήθως την ενέργεια με 2 διαφορετικούς τρόπους.

Η πρώτη και περισσότερο χρησιμοποιούμενη μέθοδος είναι η μέτρηση των Συνολικών Πεπτών Θρεπτικών Συστατικών (ΣΠΘΣ ή TDN). Το TDN αποτελείται από το άθροισμα των αφομοιώσιμων (πεπτών συστατικών) υδατανθράκων, των πρωτεϊνών και των λιπών (πολλαπλασιασμένο με 2.25, δεδομένου ότι τα λίπη περιέχουν πολύ περισσότερη ενέργεια από τις πρωτεΐνες ή τους υδατάνθρακες). Το σύστημα αυτό λαμβάνει υπόψη την ενέργεια που χάνεται με τα κόπρανα, τα ούρα, τα αέρια και το έργο της πέψης. Μια πιο εκλεπτυσμένη εκδοχή αυτού του συστήματος λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές ανάγκες χρήσης ενέργειας για τη συντήρηση του σωματικού βάρους, την αύξηση του βάρους και την παραγωγή γάλακτος στα ζώα.

Η συνολική ενέργεια της ζωοτροφής, προσδιορίζεται από την πλήρη οξείδωση (καύση) της ζωοτροφής και τη μέτρηση της παραγόμενης θερμότητας. Η ενεργειακή αξία εκφράζεται σε θερμίδες. Οι κοινές ζωοτροφές είναι παρόμοιες ως προς το ακαθάριστο ενεργειακό περιεχόμενο, αλλά διαφέρουν ως προς τη διατροφική αξία λόγω των διαφορών στην πεπτικότητα.

Τα Συνολικά Πεπτά Θρεπτικά Συστατικά (TDN) είναι μια άλλη μέθοδος έκφρασης του ενεργειακού περιεχομένου των ζωοτροφών ή των ενεργειακών απαιτήσεων των βοοειδών. Το TDN είναι συγκρίσιμο με την ενέργεια από την πέψη. Χρησιμοποιείται περισσότερο καιρό από το σύστημα καθαρής ενέργειας και είναι διαθέσιμες περισσότερες τιμές για τις ζωοτροφές.

% ΣΠΘΣ (TDN) = % πεπτή πρωτεΐνη +% πεπτές ινώδεις ουσίες + %πεπτές ελεύθερες αζώτου εκχυλισματικές ουσίες + (%πεπτές λιπαρές ουσίες) Χ 2,25.

Οι υδατάνθρακες είναι η κύρια πηγή ενέργειας στις δίαιτες για τα γαλακτοπαραγωγά βοοειδή. Οι υδατάνθρακες αποτελούν το 50 έως και 80% της ξηράς ουσία (DM) στις χορτονομές και τα σιτηρά. Στις ζωοτροφές υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες υδατανθράκων:

  1. Απλά σάκχαρα (γλυκόζη)
  2. Πολυσακχαρίτες – “αποθηκευτικοί” υδατάνθρακες (άμυλο) Το άμυλο είναι το κύριο συστατικό των δημητριακών.
  3. «Δομικοί» υδατάνθρακες ή ίνες (κυτταρίνη και ημικυτταρίνη). Τα σάκχαρα βρίσκονται στα κύτταρα των αναπτυσσόμενων φυτών και σε ζωοτροφές όπως η μελάσα.

Ο τεμαχισμός των ζωοτροφές κατά τη συγκομιδή μπορεί να μεταβάλει την αποτελεσματικότητα των ινών για τη διατήρηση της μασητικής δραστηριότητας. Τα φυτά που προορίζονται για την παραγωγή σανού πρέπει να τεμαχίζονται σε ελάχιστο θεωρητικό μήκος κοπής 1 εκατοστό, ώστε να παρέχουν 15 έως 20% (βάσει βάρους) των σωματιδίων μήκους μεγαλύτερου των 5 εκατοστών. Ο τεμαχισμός στο 0.6 εκατ. παρέχει μόνο το 10% περίπου των σωματιδίων της χορτονομής μήκους μεγαλύτερου των 5 εκατ. Το σιλό αραβοσίτου πρέπει να τεμαχίζεται σε μήκος 0.6 έως 1 εκατοστό.

Λίπος

Το λίπους περιέχεις περίπου 2,25 φορές περισσότερη ενέργεια από τους υδατάνθρακες. Η διατροφή των μόσχων που περιλαμβάνει μεγάλες ποσότητες γάλακτος ή υποκατάστατου γάλακτος μπορεί να περιέχει 10 έως 35% λίπος στο σύνολο της ξηράς ουσίας που καταναλώνεται. Το λίπος μπορεί να προστεθεί στις δίαιτες των ενήλικων μηρυκαστικών για την αύξηση της ενεργειακής πυκνότητας και τη συνένωση των πολύ μικρών μερών (σαν σκόνη) της τροφής. Συνήθως οι δίαιτες δεν περιέχουν περισσότερο από 4% λίπος στο σύνολο της ξηράς ουσίας. Το ολικό λίπος και το λάδι πρέπει να περιορίζονται σε λιγότερο από 7% της ξηράς ουσίας στα σιτηρέσια γαλακτοπαραγωγών αγελάδων. Η υπερβολική ποσότητα λίπους μειώνει την πρόσληψη τροφής, μπορεί να μειώσει την περιεκτικότητα του γάλακτος σε λίπος και πρωτεΐνες και μπορεί να προκαλέσει διάρροιες. Οι πηγές λίπους που χορηγούνται συνήθως περιλαμβάνουν ολόκληρους βαμβακόσπορους, σόγια, ηλιόσπορους και διάφορα προϊόντα λίπους που είναι αδρανή (πχ. καρβοξυλικά άλατα ασβεστίου κορεσμένα λιπαρά οξέα ή υδρογονωμένα λίπη)

Πρωτεΐνες

Οι πρωτεΐνες είναι απαραίτητες για τη συντήρηση, την ανάπτυξη και την παραγωγή γάλακτος. Η απαίτηση των γαλακτοπαραγωγών βοοειδών σε πρωτεΐνη αντικατοπτρίζει την απαίτηση σε αμινοξέα από ζωικούς ιστούς. Τα αμινοξέα παρέχονται από την πέψη της μικροβιακής πρωτεΐνης και από την πρωτεΐνη της τροφής που διαφεύγει της μικροβιακής διάσπασης στο στομάχι των μηρυκαστικών. Η πρωτεΐνη είναι η μόνη θρεπτική ουσία που περιέχει άζωτο. Η πρωτεΐνη αποτελεί τον βασικό ζωικό ιστό του σώματος και είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη, την παραγωγή γάλακτος, την ανθεκτικότητα σε ασθένειες, την αναπαραγωγή και τη γενική καλή λειτουργία του ζώου. Το σώμα έχει πολύ λίγη ή και καθόλου περίσσεια πρωτεΐνης. Κυρίως, το άζωτο αποβάλλεται από τα νεφρά και το υπόλοιπο καίγεται ως ενέργεια. Δεδομένου ότι η πρωτεΐνη είναι γενικά το πιο ακριβό μέρος του σιτηρεσίου, η σίτιση μεγαλύτερης ποσότητας από την αναγκαία είναι δαπανηρή. Οι απαιτήσεις σε πρωτεΐνη κυμαίνονται μεταξύ 12 και 16% της ξηράς ουσίας του σιτηρεσίου, η οποία απαιτείται για υψηλή παραγωγή γάλακτος.

Οι μικροοργανισμοί του πεπτικού μπορούν να χρησιμοποιήσουν ουρία και άλλα μη πρωτεϊνικά προϊόντα αζώτου, για την παραγωγή μιας πρωτεΐνης.

Η βέλτιστη διατροφή που χορηγείται στα γαλακτοπαραγωγά βοοειδή θα πρέπει να:

  1. Καλύπτει τις απαιτήσεις των μικροοργανισμών του πεπτικού σε άζωτο
  2. Να επιτρέπει τη μέγιστη διαφυγή ή παράκαμψη υψηλής ποιότητας πρωτεϊνών της τροφής για πέψη στο λεπτό έντερο. Η σύνθεση πρωτεϊνών από τα μικρόβια του στομάχου θα εξαρτηθεί από την πρόσληψη τροφής, την πεπτικότητα της οργανικής ύλης, τον τύπο της τροφής, το επίπεδο πρωτεΐνης και το σύστημα διατροφής.

Βιταμίνες

Οι βιταμίνες είναι οργανικές ενώσεις που απαιτούνται σε μικρές ποσότητες για την καλή λειτουργία και υγεία των ζώων. Παρ’ ότι δεν συνεισφέρουν μετρήσιμη ποσότητα πρωτεΐνης ή ενέργειας στο ζώο, συμμετέχουν σε χημικές αντιδράσεις που περιλαμβάνουν άλλα θρεπτικά συστατικά. Εάν παρουσιαστεί ανεπάρκεια βιταμινών, εμφανίζονται σαφή συμπτώματα που επιδεινώνονται αν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα.

Οι βιταμίνες μπορούν να ταξινομηθούν σε δύο μεγάλες ομάδες:

  1. Υδατοδιαλυτές βιταμίνες,
  2. Λιποδιαλυτές βιταμίνες.

Οι υδατοδιαλυτές βιταμίνες περιλαμβάνουν τις βιταμίνες Β: θειαμίνη ή Β1, ριβοφλαβίνη ή Β2, νιασίνη, παντοθενικό οξύ, πυριδοξίνη ή Β6, βιταμίνη Β12, βιοτίνη και φολικό οξύ. Η χολίνη περιλαμβάνεται συχνά στην ομάδα του συμπλέγματος Β. Υπό κανονικές διατροφικές συνθήκες, οι βιταμίνες Β συντίθενται σε επαρκείς ποσότητες στον στομάχι για να καλύψουν τις ανάγκες του ζώου. Συμπληρωματικές ποσότητες βιταμινών Β μπορεί να απαιτούνται κατά τη διάρκεια ασθενειών, περιόδων στρες ή για πολύ νεαρά ζώα. Οι βιταμίνες χρειάζονται από τον οργανισμό σε μικρές ποσότητες. Δεδομένου ότι όλες οι βιταμίνες Β και η βιταμίνη Κ παράγονται στα στομάχια και η βιταμίνη C παρασκευάζεται στους ιστούς του σώματος, οι μόνες βιταμίνες που έχουν σημασία για τη διατροφή των μηρυκαστικών είναι οι βιταμίνες Α, D και Ε. Κατά τη διάρκεια περιόδων με ευνοϊκές συνθήκες (βροχές και ζεστό κλίμα), τα ζώα μπορούν να πάρουν όλα όσα χρειάζονται από την βόσκηση.

Γενικά κάθε κιλό ζωοτροφής θα πρέπει να περιέχει περίπου 2-3000 IU (international unit) βιταμίνης Α. Η βιταμίνη Α ή η πρόδρομή της, η καροτίνη, είναι απαραίτητη για τη φυσιολογική όραση και για την αποφυγή αναπαραγωγικών προβλημάτων και αναπνευστικών διαταραχών. Το καροτένιο βρίσκεται στις πράσινες ζωοτροφές και στον κίτρινο αραβόσιτο. Διατίθενται συνθετικές μορφές βιταμίνης Α. Ένα mg β-καροτίνης παρέχει 400 IU βιταμίνης Α.

Αντίστοιχα, τα γαλακτοπαραγωγά ζώα απαιτούν ημερήσια πρόσληψη 15,000 IU σε βιταμίνη D.  Η βιταμίνη D, η βιταμίνη του ήλιου, είναι απαραίτητη για την αύξηση και ανάπτυξη των οστών και την απορρόφηση και το μεταβολισμό του ασβεστίου και του φωσφόρου. Η συμπληρωματική χορήγηση βιταμίνης D είναι απαραίτητη όταν τα ζώα είναι περιορισμένα χωρίς άμεσο ηλιακό φως και λαμβάνουν κυρίως σιλό ζωοτροφών και σιτηρών.

Η προσθήκη 6 γραμμαρίων νιασίνης 2 εβδομάδες πριν από τον τοκετό (προγεννητικά) έως 8 έως 12 εβδομάδες μετά τον τοκετό (μεταγεννητικά) μπορεί να μειώσει την κέτωση και να ελαχιστοποιήσει τον σχηματισμό λιπώδους ήπατος σε αγελάδες υψηλής παραγωγής. Μια άλλη υδατοδιαλυτή βιταμίνη, η βιταμίνη C (ασκορβικό οξύ), δεν απαιτείται από τα γαλακτοπαραγωγά βοοειδή επειδή μπορούν να τη συνθέσουν μέσα στους ιστούς τους.

Η βιταμίνη Ε είναι ένα αντιοξειδωτικό, που μειώνει τις μη επιθυμητές οσμές-γεύσεις στο γάλα (1000 IU ανά αγελάδα την ημέρα), προλαμβάνει την ασθένεια των λευκών μυών στους μόσχους, μειώνει τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της μαστίτιδας, βελτιώνει την αναπαραγωγική απόδοση και διεγείρει το ανοσοποιητικό σύστημα. Ένα mg α-τοκοφερόλης αντιστοιχεί σε 1 IU βιταμίνης Ε.

Η βιταμίνη Κ συντίθεται κανονικά σε επαρκείς ποσότητες στον πυρετό και το έντερο για να καλύψει τις ανάγκες του ζώου. Η βιταμίνη Κ συντίθεται κανονικά σε επαρκείς ποσότητες στον πυρετό και στο έντερο για να καλύψει τις ανάγκες του ζώου. Οι βιταμίνες συμπληρώνονται συνήθως στη διατροφή, αλλά διατίθενται και σε ενέσιμες μορφές. Παρατίθενται η συνιστώμενη ελάχιστη και μέγιστη περιεκτικότητα σε βιταμίνες στις δίαιτες για τα γαλακτοπαραγωγά βοοειδή.

Μέταλλα και ιχνοστοιχεία

Τα μέταλλα έχουν τόσο δομικές όσο και ρυθμιστικές λειτουργίες. Χρειάζονται για το σχηματισμό των οστών και των δοντιών, τη δράση των ορμονών, την ενεργοποίηση των ενζύμων και στην ισορροπία του νερού στο σώμα. Αποτελούν δομικό μέρος των ορμονών και της αιμοσφαιρίνης (σίδηρος). Τα μέταλλα που απαιτούνται στις μεγαλύτερες ποσότητες από τα γαλακτοπαραγωγά μοσχαάρια περιλαμβάνουν ασβέστιο, φώσφορο, μαγνήσιο, νάτριο, χλώριο, θείο και κάλιο. Το νάτριο και το χλώριο παρέχονται συνήθως με τη μορφή αλατιού. Τα μέταλλα που απαιτούνται σε μικρές ποσότητες (ιχνοστοιχεία) περιλαμβάνουν σίδηρο, χαλκό, μαγγάνιο, ψευδάργυρο, ιώδιο, κοβάλτιο και σελήνιο. Άλλα μέταλλα μπορεί να απαιτούνται σε πολύ μικρές ποσότητες, όπως το μολυβδαίνιο και το φθόριο. Πολλά ανόργανα άλατα που απαιτούνται από τα ζώα μπορούν να ληφθούν από καλής ποιότητας ζωοτροφές. Τα κυριότερα μέταλλα είναι το ασβέστιο, ο φώσφορος και το αλάτι, τα οποία συνήθως προστίθενται στο σιτηρέσιο είτε στο μείγμα σιτηρών.

Πρέπει να αποφεύγονται οι υπερβολές στην κατανάλωση μετάλλων καθώς μπορεί να προκληθούν τοξικότητες. Για παράδειγμα, παρόλο που ο χαλκός είναι απαραίτητος σε μικρές ποσότητες, μπορεί να είναι τοξικός σε μεγάλες. Ο μόλυβδος προκαλεί τοξικότητα και μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα όταν οι στάβλοι είναι βαμμένοι με χρώματα με βάση το μόλυβδο. Τέτοια χρώματα πρέπει να αποφεύγονται κατά τη βαφή του εξοπλισμού με τον οποίο τα βοοειδή μπορεί να έχουν επαφή κατά την διατροφή.

Νερό

Το νερό είναι το θρεπτικό συστατικό που απαιτείται σε μεγαλύτερη ποσότητα από τα γαλακτοπαραγωγά βοοειδή. Είναι το φθηνότερο συστατικό ζωοτροφών (σε σύγκριση με τα υπόλοιπα). Παρ’ όλα αυτά, είναι απαραίτητο, καθώς η έλλειψή του μπορεί να επηρεάσει την παραγωγή γάλακτος πιο γρήγορα από ό,τι η έλλειψη κάποιου άλλου θρεπτικού συστατικού. Το νερό είναι το μεγαλύτερο μεμονωμένο συστατικό σχεδόν όλων των ζωντανών φυτικών και ζωικών ιστών. Είναι επίσης απαραίτητο κατά την πέψη, την αποβολή των απεκκρίσεων, την αφομοίωση των θρεπτικών συστατικών, τον έλεγχο της θερμοκρασίας του σώματος και την παραγωγή γάλακτος. Η άμεση πρόσβαση σε νερό είναι ζωτικής σημασίας για τα ζώα. Βάσει ερευνητικών ευρημάτων, τα γαλακτοπαραγωγά ζώα που έχουν συνεχή πρόσβαση σε νερό παράγουν περισσότερο γάλα από εκείνα που τους δίνεται νερό 2 φορές την ημέρα και πάνω από 10% περισσότερο από εκείνα που λαμβάνουν νερό μόνο μία φορά την ημέρα.

Συνιστάται να δίνονται 3 λίτρα νερού για κάθε λίτρο παραγόμενου γάλακτος σε ένα γαλακτοπαραγωγό ζώο. Διατηρήστε τη θέση πόσης καθαρή με την τοποθέτηση ενός τσιμεντένιου χώρου όπου τα ζώα μπορούν να στέκονται καθώς πίνουν ή ενός μικρού τοίχου για να τα εμποδίζετε να εισέλθουν στο νερό. Το νερό μπορεί επίσης να παρεκκλίνει από ένα ρέμα χρησιμοποιώντας ένα αυλάκι και να διοχετεύεται σε μια γούρνα για τα βοοειδή. Μια άλλη πηγή καθαρού νερού είναι τα πηγάδια τα οποία πρέπει να κατασκευάζονται κοντά στην αυλή του αγροκτήματος ή στην κύρια περιοχή βόσκησης. Υπολογίζονται οι ποσότητες νερού (λίτρα ανά ημέρα) που χρειάζονται τα βοοειδή για την ανάπτυξη, τη συντήρηση, την εγκυμοσύνη και την παραγωγή γάλακτος. Μια εξίσωση μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για την εκτίμηση της πρόσληψης νερού από τις γαλακτοπαραγωγές αγελάδες.

Πρόσληψη νερού (λίτρα/ημέρα) = 4,22

+ (0,19 x πρόσληψη ξηρής ύλης)

+ (0,049 x kg γάλακτος)

+ (10,6 x γραμμάρια νατρίου)

+ (0,02 x ελάχιστη ημερήσια θερμοκρασία σε ºC)

Π.χ. Μια αγελάδα που θηλάζει και καταναλώνει 18 kg ξηρής ύλης και 85 γραμμάρια νατρίου, παράγει 29 kg γάλακτος και η μέση ελάχιστη θερμοκρασία της εβδομάδας είναι 14 ºC θα πρέπει να καταναλώνει τουλάχιστον 56 λίτρα νερού την ημέρα. Τα αποθέματα νερού που έχουν μολυνθεί με βακτήρια ή έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε νιτρικά και θειικά άλατα μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα υγείας και να μειώσουν την απόδοση των ζώων. Τα βοοειδή πρέπει να έχουν πάντα στη διάθεσή τους φρέσκο νερό.

Οι συνεργάτες μας

Ενώνουμε τις δυνάμεις μας με Μ.Κ.Ο., Πανεπιστήμια και άλλους οργανισμούς παγκοσμίως ώστε μαζί να μπορέσουμε να επιτύχουμε τους κοινούς μας στόχους για βιωσιμότητα και ευημερία των ανθρώπων.