Σημαντικότεροι εχθροί, ασθένειες και ζιζάνια των ακτινιδίων και πώς να τα αντιμετωπίσετε

Σημαντικότεροι-εχθροί-ασθένειες-και-ζιζάνια-των-ακτινιδίων-και-πώς-να-τα-αντιμετωπίσετε
Ακτινίδιο
Μοιράσου το:

Το άρθρο αυτό είναι επίσης διαθέσιμο στις ακόλουθες γλώσσες:

Το άρθρο αυτό είναι επίσης διαθέσιμο στις ακόλουθες γλώσσες: English (Αγγλικα) Español (Ισπανικα) हिन्दी (Ινδικα)

Περισσότερες μεταφράσειςΛιγότερες μεταφράσεις

Το ακτινίδιο είναι μια ανθεκτική καλλιέργεια υψηλής εμπορικής αξίας. Στα προηγούμενα άρθρα αυτού του καλλιεργητικού οδηγού, εστιάσαμε σε πολλές σημαντικές πτυχές ενός επιτυχημένου σχεδίου καλλιέργειας για τη μεγιστοποίηση της παραγωγής με βιώσιμο τρόπο. Εδώ, θα επικεντρωθούμε στη φυτοπροστασία και σε όλους τους σημαντικούς «εχθρούς» της καλλιέργειας που πρέπει να γνωρίζει, να μάθει να αναγνωρίζει και να αντιμετωπίζει εγκαίρως ένας καλλιεργητής ακτινιδίου για να προστατεύσει την καλλιέργεια και την παραγωγή του. Παρακάτω, θα μάθετε ποιοι είναι οι σημαντικότεροι εχθροί και ασθένειες του ακτινιδίου, συμπεριλαμβανομένης της φυσιολογίας τους, των συνθηκών ανάπτυξης, των μεθόδων διασποράς και των στρατηγικών διαχείρισης, τις συνήθεις φυσιολογικές διαταραχές που μπορούν να παρατηρηθούν στα φυτά ακτινιδίου και, τέλος, τα πιο συνηθισμένα ζιζάνια και τη διαχείρισή τους.

Οι πιο κοινές και οικονομικά σημαντικές ασθένειες των ακτινιδίων

Pseudomonas syringae pv. Actinidiae – PSA (Βακτηριακός καρκίνος του ακτινιδίου)

Το Pseudomonas syringae pv. actinidiae είναι το πιο σημαντικό και καταστροφικό παθογόνο (βακτήριο) στα ακτινίδια, που προκαλεί βακτηριακό καρκίνο. Προσβάλλει το φυτό μέσω φυσικών ανοιγμάτων και πληγών, προκαλώντας συμπτώματα όπως κηλίδες στα φύλλα, έλκη και μαρασμό. Το βακτήριο παράγει διάφορους μεταβολίτες που λειτουργούν σαν μολυσματικοί παράγοντες, μεταξύ των οποίων εξωκυτταρικοί πολυσακχαρίτες και φυτοτοξίνες, οι οποίοι διευκολύνουν τη μόλυνση και την εξέλιξη της ασθένειας. Το PSA ευδοκιμεί σε δροσερό, υγρό περιβάλλον, με υψηλή υγρασία και θερμοκρασίες μεταξύ 10-20°C, που είναι οι ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη και τη διασπορά του βακτηρίου. Το PSA μπορεί να εξαπλωθεί μέσω της βροχής, του νερού άρδευσης, των μολυσμένων εργαλείων και του μολυσμένου φυτικού υλικού. Οι αγρότες δυσκολεύονται να το ελέγξουν και να το εξαλείψουν μόλις εγκατασταθεί σε ένα φυτό (ή ακόμη και σε ένα χωράφι), καθώς μπορεί να επιβιώσει στις επιφάνειες των φυτών και στο έδαφος και δεν υπάρχουν αποτελεσματικά μέτρα ελέγχου.

  • Πρακτικές διαχείρισης

Το πρώτο και σημαντικότερο προληπτικό μέτρο (για την αποφυγή μολύνσεων και διασποράς) είναι η αποστείρωση των εργαλείων και του εξοπλισμού που χρησιμοποιούνται στον αγρό (π.χ. για το κλάδεμα). Σε περιοχές όπου το PSA είναι συχνό πρόβλημα, συνιστάται στους αγρότες να φυτεύουν ποικιλίες ακτινιδίων ανθεκτικές στο PSA (συμβουλευτείτε τον γεωπόνο σας ή τα φυτώρια της περιοχής σας).  Είναι επίσης σημαντικές οι τακτικές επιθεωρήσεις και η άμεση απομάκρυνση των μολυσμένων φυτών για την πρόληψη της εξάπλωσης. Απαιτείται άμεση δράση όταν διαπιστωθούν συμπτώματα PSA. Για να μειωθεί ο κίνδυνος μόλυνσης, το κλάδεμα και η συγκομιδή πρέπει να πραγματοποιούνται με ξηρό καιρό (τουλάχιστον δύο ημέρες πριν και δύο ημέρες μετά τη συγκομιδή πρέπει να επικρατεί ξηρός καιρός). Είναι σημαντικό να δημιουργηθεί καλά αεριζόμενη κόμη για να μειωθούν τα επίπεδα υγρασίας. Τέλος, το μολυσμένο φυτικό υλικό πρέπει να απομακρύνεται από τον αγρό μόλις εντοπιστεί. Η εφαρμογή βακτηριοκτόνων με βάση το χαλκό και άλλων καταχωρισμένων προϊόντων μπορεί να είναι απαραίτητη σε ορισμένες περιπτώσεις. Ωστόσο, θα πρέπει να συμβουλευτείτε τους τοπικούς εγκεκριμένους γεωπόνους σας προτού προβείτε σε εφαρμογή και να διαβάζετε και να ακολουθείτε πάντα τις οδηγίες που αναγράφονται στην ετικέτα του προϊόντος.

Botrytis cinerea (Τεφρά σήψη ή βοτρύτης των ακτινιδίων)

Ο Botrytis cinerea είναι ένας παθογόνος μύκητας που προκαλεί τεφρά σήψη στα ακτινίδια. Ο μύκητας προσβάλλει άνθη, φύλλα και καρπούς, οδηγώντας σε σήψη και σημαντικές απώλειες της καλλιέργειας. Παράγει σπόρια (κονίδια) και σκληρώτια, τα οποία μπορούν να επιβιώσουν στα φυτικά υπολείμματα και στο έδαφος για μεγάλα χρονικά διαστήματα (χρόνια). Ο δροσερός καιρός (15-25°C) και η υψηλή υγρασία είναι ιδανικά για την ανάπτυξη του μύκητα και τη βλάστηση των σπορίων. Η διασπορά του παθογόνου (ως κονίδια) μπορεί να γίνει με τον άνεμο, τη βροχή και το νερό άρδευσης. Η μόλυνση γίνεται συχνά μέσω πληγών ή φυσικών ανοιγμάτων στον ιστό του φυτού, ιδίως υπό υγρές συνθήκες.

  • Πρακτικές διαχείρισης

Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα αντιμετώπισης εάν παρατηρηθεί τεφρά σήψη στο 1-2% των φυτών, ιδίως κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας και των πρώτων σταδίων καρποφορίας. Ο καλλιεργητής θα πρέπει να απομακρύνει και να καταστρέψει (συνήθως με καύση) τα μολυσμένα φυτικά μέρη για να μειώσει τις εστίες μόλυνσης στον αγρό. Το κατάλληλο κλάδεμα μπορεί να βοηθήσει βελτιώνοντας την κυκλοφορία του αέρα μέσα στην κόμη των δέντρων ακτινιδίου (και στους διαδρόμους μεταξύ των δέντρων), ενώ πρέπει να αποφεύγεται η άρδευση από ψηλά (προτιμήστε την άρδευση με σταγόνες).  Η εφαρμογή μυκητοκτόνων, ιδίως κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας και της καρπόδεσης, μπορεί να είναι απαραίτητη ως μέτρο πρόληψης και ελέγχου. Συνιστάται στους καλλιεργητές να ενημερώνονται και να ακολουθούν τις εκθέσεις των τοπικών συμβουλευτικών κέντρων.

Phytophthora spp. (Φυτοφθόρα)

Οι μύκητες του γένους Phytophthora μπορούν να προκαλέσουν σηψιρριζία στα ακτινίδια και τα μολυσμένα φυτά παρουσιάζουν συμπτώματα όπως μαρασμός, καχεκτική ανάπτυξη και νεκρώσεις των ριζών. Το παθογόνο ευδοκιμεί σε υγρά, πλημμυρισμένα εδάφη με κακή στράγγιση, ιδίως σε ήπιες θερμοκρασίες (15-25°C). Τα ζωοσπόρια διασπείρονται μέσω της ροής του νερού στο έδαφος. Η μόλυνση γίνεται κυρίως μέσω των ριζών, οδηγώντας σε συστηματική ασθένεια στο φυτό.

  • Πρακτικές διαχείρισης

Είναι πολύ σημαντική η καλή στράγγιση του εδάφους και η αποφυγή της υπερβολικής άρδευσης, καθώς και η καλή κυκλοφορία του αέρα στη φυτεία. Σε αγρούς με γνωστό ιστορικό προσβολών από την ασθένεια, ο παραγωγός πρέπει να επιλέγει ανθεκτικά υποκείμενα. Απαιτείται άμεση δράση εάν παρατηρηθούν συμπτώματα όπως μάρανση ή νέκρωση των ριζών στο 1-2% των φυτών, καθώς η Phytophthora μπορεί να εξαπλωθεί γρήγορα κάτω από βέλτιστες συνθήκες. Εφαρμογές με μυκητοκτόνα και φωσφονικά στο έδαφος πρέπει να εφαρμόζονται μετά από συνεννόηση με τους γεωπόνους ή το σύμβουλο σας.

Sclerotinia sclerotiorum (Σκληρωτινίαση ή μαλακή σήψη)

Ο Sclerotinia sclerotiorum είναι ένας μύκητας που προκαλεί μαλακή σήψη στα ακτινίδια. Μπορεί να προσβάλει άνθη, βλαστούς και φύλλα, οδηγώντας σε σημαντικές απώλειες απόδοσης στην παραγωγή ακτινιδίων. Τα συνήθη συμπτώματα που μπορεί να παρατηρηθούν είναι τα εξής:

  • Υδατώδης μεταχρωματισμός των ιστών.
  • Σήψη των ανθέων.
  • Σημάδεμα και ουλές στους καρπούς.
  • Πρόωρη καρπόπτωση.
  • Εμφάνιση λευκού μυκηλίου στους μολυσμένους φυτικούς ιστούς.

Τα σκληρώτια (ανθεκτικές δομές επιβίωσης των μυκήτων) παράγουν σπόρια που μολύνουν τους φυτικούς ιστούς. Το παθογόνο μπορεί να εξαπλωθεί μέσω της επαφής με μολυσμένο φυτικό υλικό (π.χ. από εργαλεία και μηχανήματα) και το έδαφος. Η υψηλή υγρασία και οι θερμοκρασίες μεταξύ 15-20°C ευνοούν την ανάπτυξη της ασθένειας.

  • Πρακτικές διαχείρισης

Η καλή υγιεινή είναι το βασικό και σημαντικότερο προληπτικό μέτρο. Όλα τα μολυσμένα φυτά, τα μέρη του φυτού και τα υπολείμματα πρέπει να απομακρύνονται από τον αγρό και να καταστρέφονται. Η καλή κυκλοφορία του αέρα για τη μείωση της υγρασίας στην κόμη των φυτών και ένα κατάλληλο σύστημα αμειψισποράς μπορούν επίσης να βοηθήσουν στην πρόληψη ή τη διαχείριση του προβλήματος. Τα μέτρα καταπολέμησης θα πρέπει να ξεκινούν εάν εντοπιστεί λευκή μούχλα στο 1-2% των φυτών, ιδιαίτερα κατά την περίοδο ανθοφορίας του ακτινιδίου και όταν οι περιβαλλοντικές συνθήκες είναι βέλτιστες για το παθογόνο. Για τους βιολογικούς παραγωγούς, η χρήση παραγόντων βιοελέγχου, όπως το Coniothyrium minitans, που παρασιτεί τον μύκητα, μπορεί να είναι ευνοϊκή για την αντιμετώπιση. Πολλοί αγρότες επιλέγουν να πραγματοποιούν έγκαιρη εφαρμογή μυκητοκτόνων. Θα πρέπει πάντα να συμβουλεύεστε έναν τοπικό αδειούχο γεωπόνο πριν από την εφαρμογή οποιασδήποτε χημικής ουσίας. 

Σημαντικότεροι εχθροί ακτινιδίων και η διαχείρισή τους

Κοκκοειδή και σκληρές ψώρες (Hemiberlesia rapax)

Τα Κοκκοειδή λέπια, κοινώς γνωστά ως σκληρές ψώρες, είναι μικρά, χωρίς δυνατότητα κίνησης έντομα που προσκολλώνται στα φύλλα, τους μίσχους, τους βλαστούς και τους καρπούς του ακτινίδιου. Τρέφονται απομυζούν τους τους φυτικούς χυμούς. Το παράσιτο έχει ένα σκληρό προστατευτικό κάλυμμα (ασπίδιο) που το προστατεύει από τα αρπακτικά και τα φυτοφάρμακα.

Οι αγρότες αναμένεται να τα συναντήσουν στα χωράφια τους σε διάφορες μορφές/στάδια ανάπτυξης: αυγά, έρποντα («κινούμενες νύμφες») και ενήλικα. Οι σκληρές ψώρες ευδοκιμούν σε θερμά, ξηρά κλίματα και οι υψηλές θερμοκρασίες και τα χαμηλά επίπεδα υγρασίας ευνοούν την ανάπτυξή τους και την αύξηση του πληθυσμού τους. Οι νύμφες, το μόνο στάδιο του κύκλου ζωής του εντόμου που κινείται, εξαπλώνονται σε νέες περιοχές για εύρεση τροφής ή μεταφέρονται από τον άνεμο, τα ζώα ή τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Οι προσβολές μπορούν να εξαπλωθούν γρήγορα, προκαλώντας σημαντικές ζημιές αποδυναμώνοντας το φυτό, μειώνοντας το μέγεθος των καρπών και ενδεχομένως μεταδίδοντας άλλα φυτοπαθογόνα.

  • Πρακτικές διαχείρισης

Απαιτούνται τακτικές επιθεωρήσεις για την έγκαιρη ανίχνευση των προσβολών, ώστε να μειωθούν οι απώλειες και να διατηρηθεί ο πληθυσμός των παρασίτων υπό έλεγχο. Συνιστάται θεραπεία όταν παρατηρούνται ασπίδια σε περισσότερο από το 10% των φύλλων ή των καρπών του φυτού ή όταν υπάρχει αξιοσημείωτη αύξηση του πληθυσμού των ασπίδων με την πάροδο του χρόνου.

  • Βιολογικά και πολιτιστικά μέτρα: Η εισαγωγή φυσικών εχθρών (όπως αρπακτικά έντομα), όπως τα σκαθάρια και οι παρασιτικές σφήκες, μπορεί να βοηθήσει να διατηρηθεί ο πληθυσμός υπό έλεγχο. Αυτή είναι περισσότερο μια προληπτική πρακτική. Το κλάδεμα των προσβεβλημένων κλαδιών και η διατήρηση της υγείας των φυτών μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του πληθυσμού και της ευαισθησίας των φυτών.
  • Χημική καταπολέμηση: Τα φυσικά παρασιτοκτόνα και έλαια και τα συστηματικά εντομοκτόνα μπορεί να είναι απαραίτητα όταν έχουμε φτάσει στο όριο δράσης (επέμβασης) – οικονομικό κατώφλι ζημιάς. Η εφαρμογή πρέπει να είναι προγραμματισμένη ώστε να στοχεύει στο στάδιο της έρπουσας νύμφης για μέγιστη αποτελεσματικότητα και να γίνεται πάντα με πιστοποιημένα και κατάλληλα φυτοφάρμακα μετά από συνεννόηση με τον τοπικό εγκεκριμένο γεωπόνο σας.

Καφέ βρωμούσα, (Halyomorpha halys)

Η καφέ βρωμούσα είναι ένα παράσιτο που κατάγεται από την Ανατολική Ασία και θεωρείται σημαντικό ανερχόμενο παράσιτο των ακτινιδίων, ιδίως σε χωράφια της Ελλάδας, της Ιταλίας και των ΗΠΑ. Αν και το έντομο δεν είναι καινούργιο για τους αγρότες αυτών των περιοχών, τα τελευταία χρόνια ο πληθυσμός του έχει αυξηθεί και μπορεί να προκαλέσει σημαντικές ζημιές στους καρπούς, αν αφεθεί ανεξέλεγκτο. Το πρόβλημα μπορεί να είναι πιο σοβαρό σε φυτείες ακτινιδίων υψηλής πυκνότητας. Με βάση τα ερευνητικά ευρήματα και την εμπειρία των αγροτών, φαίνεται ότι το έντομο ευνοείται από τα υψηλά επίπεδα υγρασίας. Τα ενήλικα άτομα μπορούν να διανύουν περισσότερα από 5 χιλιόμετρα την ημέρα. Οι αγρότες συχνά επιλέγουν να κάνουν 1-2 ψεκασμούς με χημικά για να ελέγξουν την καφέ βρωμούσα και να περιορίσουν τυχόν ζημιές (ακόμη και όταν οι πληθυσμοί δεν είναι ακόμη σε απειλητικά επίπεδα). Ενώ δεν έχει ακόμη βρεθεί μια αποτελεσματική και σαφής στρατηγική καταπολέμησης του παρασίτου, οι επιστήμονες στην Ευρώπη πειραματίζονται με το παρασιτοειδές Anastatus bifasciatus Geoffroy, το οποίο φαίνεται να είναι ένας πολλά υποσχόμενος υποψήφιος για τη βιολογική καταπολέμηση της καφέ βρωμούσας.

Κάμπιες Φυλλοδέτες (Ctenopseustis obliquana)

Οι φυλλοδέτες είναι προνύμφες λεπιδοπτέρων που τρέφονται με φύλλα, οφθαλμούς και καρπούς ακτινιδίων. Δημιουργούν καταφύγια με το να τυλίγουν φύλλα μεταξύ τους και να τα στερεώνουν με μετάξι. Οι κάμπιες υφίστανται πλήρη μεταμόρφωση, από αυγό σε προνύμφη, σε κουκούλι, σε ενήλικο έντομο. Τα παράσιτα προτιμούν μέτριες έως θερμές θερμοκρασίες και υψηλή υγρασία και η δραστηριότητά τους κορυφώνεται την άνοιξη και το καλοκαίρι, όταν η νέα βλάστηση είναι άφθονη. Τα ενήλικα έντομα γεννούν αυγά στα φύλλα και οι προνύμφες που εκκολάπτονται τρέφονται με το φύλλωμα και τους καρπούς.

  • Πρακτικές διαχείρισης

Θα πρέπει να γίνεται τακτικός έλεγχος του χωραφιού για τον εντοπισμό δεμένων φύλλων, αυγών και προνυμφών, ιδίως κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού. 

  • Βιολογική και καλλιεργητική διαχείριση:  Ο παραγωγός θα πρέπει να λάβει μέτρα για την ενίσχυση και την προστασία του πληθυσμού των ωφέλιμων εντόμων (φυσικοί εχθροί των επιβλαβών οργανισμών, όπως παρασιτοειδείς σφήκες και αρπακτικά έντομα) ή να τα εισάγει στον αγρό. Η απομάκρυνση των προσβεβλημένων φυτικών τμημάτων και η διατήρηση της υγιεινής του οπωρώνα μπορούν επίσης να βοηθήσουν.
  • Χημική καταπολέμηση: Ο καλλιεργητής πρέπει να εφαρμόζει χημική καταπολέμηση μόνο όταν δεν υπάρχει άλλη επιλογή και όταν η προσβολή/ζημιά από το παράσιτο έχει φθάσει το όριο δράσης (επέμβασης) (5-10% των βραχιόνων ή των καρποφόρων βλαστών παρουσιάζουν σημάδια προσβολής). Συνιστάται η στοχευμένη χρήση εντομοκτόνων, ιδίως κατά το στάδιο της προνύμφης. Πριν από οποιαδήποτε ενέργεια, πρέπει να συμβουλευτείτε έναν εγκεκριμένο γεωπόνο.

Θρίπες θερμοκηπίων (Heliothrips haemorrhoidalis)

Οι θρίπες θερμοκηπίων είναι μικρά, μαύρα έντομα με φτερά με μακριές τρίχες (που τους δίνουν τη μορφή θυσάνου, εξού και το όνομα της οικογένειας θυσανόπτερα) που τρέφονται από την κάτω πλευρά των φύλλων των ακτινιδίων, προκαλώντας αργυρο χρωματισμό και ουλές, οδηγώντας σε στρες στο φυτό και απώλειες στην απόδοση, εάν δεν ελεγχθούν. Τα έντομα ευνοούνται και ευδοκιμούν σε θερμά, υγρά περιβάλλοντα.

  • Πρακτικές διαχείρισης

Για την επιτυχή αντιμετώπιση των θριπών, ο παραγωγός θα πρέπει να λαμβάνει προληπτικά μέτρα και να χρησιμοποιεί μια ολοκληρωμένη προσέγγιση (π.χ. εισαγωγή αρπακτικών ακάρεων και εντόμων). Η χημική καταπολέμηση (εντομοκτόνα σαπούνια και φυσικά παρασιτοκτόνα και έλαια) θα πρέπει να είναι περιορισμένη, καθώς το παράσιτο μπορεί να αναπτύξει ανθεκτικότητα στα φυτοφάρμακα αρκετά γρήγορα.

Φυσιολογικές διαταραχές σε φυτά ακτινιδίου

Όπως και άλλες οπωροφόρες καλλιέργειες, τα ακτινίδια μπορεί να εμφανίσουν ορισμένες φυσιολογικές διαταραχές που επηρεάζουν την ανάπτυξη, την ποιότητα των καρπών και τη γενική τους υγεία. Οι διαταραχές αυτές συχνά προκαλούνται από περιβαλλοντικές πιέσεις, ανισορροπίες στα θρεπτικά στοιχεία ή καλλιεργητικές πρακτικές και όχι από μολυσματικούς παράγοντες όπως παράσιτα και παθογόνα.

  • Χλώρωση 

Στα ακτινίδια, η χλώρωση εμφανίζεται συνήθως λόγω έλλειψης σιδήρου (ένα πολύ συνηθισμένο πρόβλημα στις φυτείες ακτινιδίων), αν και μπορεί επίσης να προκύψει από ελλείψεις σε άλλα μικροθρεπτικά συστατικά, όπως το μαγγάνιο ή ο ψευδάργυρος. Οι αλκαλικές εδαφικές συνθήκες (υψηλό pH), οι οποίες εμποδίζουν την απορρόφηση θρεπτικών στοιχείων, αποτελούν συχνά την υποκείμενη αιτία. Τα συνήθη συμπτώματα περιλαμβάνουν κιτρίνισμα μεταξύ των φλεβών των νεότερων φύλλων, ενώ οι φλέβες παραμένουν πράσινες. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος αντιμετώπισης αυτού του προβλήματος είναι η ρύθμιση (μείωση) του pH του εδάφους με την προσθήκη θείου ή τη χρήση λιπασμάτων που προκαλούν οξίνιση. Για άμεσα αποτελέσματα, οι αγρότες μπορούν να εφαρμόσουν ψεκασμούς φυλλώματος με τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά. Για τη διάγνωση του προβλήματος είναι απαραίτητη η ανάλυση του εδάφους και των φυτικών ιστών.

  • Ηλιακό έγκαυμα

Το ηλιακό έγκαυμα εκφράζεται συνήθως ως αποχρωματισμένες ή νεκρωτικές κηλίδες στις εκτεθειμένες στον ήλιο πλευρές των καρπών και των φύλλων, οδηγώντας σε μειωμένη εμπορευσιμότητα και διάρκεια ζωής. Τα φύλλα μπορεί επίσης να παρουσιάζουν σημάδια μαυρίσματος ή καψίματος. Φυσικά, το πρόβλημα είναι πιο συχνό και σοβαρό σε θερμά κλίματα κατά τους ζεστούς καλοκαιρινούς μήνες. Οι καλλιεργητές ακτινιδίων θα πρέπει να εφαρμόζουν το κατάλληλο κλάδεμα για να αναπτύξουν μια ισχυρή κόμη που μπορεί να παρέχει φυσική σκίαση στους καρπούς και τα φύλλα, για να προστατεύσουν τις καλλιέργειες και την παραγωγή τους, . Σε ορισμένες περιπτώσεις, η τοποθέτηση διχτυών πάνω από την κόμη των φυτών μπορεί να προσφέρει σκίαση.

  • Παραμορφώσεις φρούτων – Ακτινίδια πεταλούδες

Οι παραμορφώσεις των καρπών, συμπεριλαμβανομένων των κακοσχηματισμένων ή μικρότερων σε μέγεθος καρπών, μπορεί να οφείλονται σε κακή επικονίαση, ανεπάρκεια θρεπτικών συστατικών ή περιβαλλοντικές καταπονήσεις. Αυτές οι παραμορφώσεις επηρεάζουν την εμπορική αξία του ακτινιδίου. Το φαινόμενο της πεταλούδας (καρποί που μοιάζουν με «σιαμαία δίδυμα», που θυμίζουν τα φτερά μιας πεταλούδας) είναι μία από τις πιο συχνά εμφανιζόμενες παραμορφώσεις σε φυτείες ακτινιδίων. Αυτοί οι καρποί συνήθως αφαιρούνται από τα φυτά αμέσως μόλις παρατηρηθούν, καθώς έχουν πολύ χαμηλή ή καθόλου εμπορική αξία. Η εξασφάλιση επαρκούς επικονίασης με τη διατήρηση της κατάλληλης αναλογίας αρσενικών προς θηλυκά φυτά και η χρήση προσελκυστικών ουσιών για τις μέλισσες μπορεί να βελτιώσει την καρπόδεση και την ποιότητα των καρπών.

Κοινά ζιζάνια σε χωράφια ακτινιδίων και η διαχείρισή τους

Οι καλλιεργητές ακτινιδίων αντιμετωπίζουν τα ζιζάνια στα χωράφια τους για να μειώσουν τον ανταγωνισμό με την καλλιέργεια για θρεπτικά συστατικά και νερό. Η διαδικασία αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική στα νεοφυτεμένα χωράφια. Παρακάτω, παραθέτουμε ορισμένα από τα πιο κοινά και σημαντικά είδη ζιζανίων που μπορούν να βρεθούν σε χωράφια ακτινιδίων και ορισμένες πρακτικές διαχείρισης.

Ετήσια αγρωστώδη ζιζάνια

Συναντώνται συχνά σε φυτείες ακτινιδίων (ιδίως την άνοιξη και το καλοκαίρι) και μπορούν να αντιμετωπιστούν σχετικά εύκολα.

  • Μουχρίτσα (Echinochloa crus-galli) και Αιματόχορτο (Digitaria spp.): Και τα δύο είδη είναι ετήσια αγρωστώδη που ευδοκιμούν σε υποβαθμισμένα εδάφη και μπορούν γρήγορα να κυριαρχήσουν εάν δεν αντιμετωπιστούν (ειδικά η μουχρίτσα). Αυτά τα ζιζάνια μπορούν να ανταγωνιστούν τα φυτά ακτινιδίου για βασικά θρεπτικά και μπορούν να αποτελέσουν ξενιστες για καταστροφικά παράσιτα και ασθένειες, προκαλώντας προβλήματα στην καλλιέργεια.
  • Στελλάρια (Stellaria media) και Καψέλλα (Capsella bursa-pastoris): Και τα δύο είναι χειμερινά ετήσια φυτά που βλαστάνουν το φθινόπωρο, διαχειμάζουν ως νεαρό φυτό και ολοκληρώνουν τον κύκλο ζωής τους την άνοιξη. Αναδύονται νωρίς και καλύπτουν γρήγορα το έδαφος, ανταγωνιζόμενα τα ακτινίδια κατά τα κρίσιμα πρώιμα στάδια ανάπτυξης.

Πολυετή πλατύφυλλα

  • Πικραλίδα (Taraxacum officinale) και Πεντάνευρο (Plantago spp.): Και τα δύο ζιζάνια έχουν βαθιές ρίζες, γεγονός που καθιστά δύσκολη την εξάλειψή τους όταν εγκατασταθούν σε έναν αγρό. Μπορούν να εξαπλωθούν εύκολα εάν δεν αντιμετωπιστούν. Τα ζιζάνια ανταγωνίζονται έντονα τα ακτινίδια, ιδίως για νερό και θρεπτικά συστατικά, και μπορούν να αποτελέσουν ξενιστές για σημαντικά παράσιτα της καλλιέργειας.
  • Περικοκλάδα ή περιπλοκάδα (Convolvulus arvensis): Η περικοκλάδα είναι ένα πολυετές αναρριχώμενο ζιζάνιο που μπορεί να πνίξει τα νεαρά φυτά ακτινιδίου. Είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικό και συχνά απαιτεί συνεχή μέτρα καταπολέμησης.
  • Αγριάδα (Cynodon dactylon): Η αγριάδα είναι ένα άλλο πολυετές αναρριχώμενο ζιζάνιο που εξαπλώνεται μέσω στολώνων και ριζωμάτων. Μπορεί να ανταγωνιστεί για θρεπτικά συστατικά και νερό, δυσκολεύοντας την εγκατάσταση και την ανάπτυξη των δέντρων ακτινιδίου.

Πρακτικές διαχείρισης ζιζανίων για φυτείες ακτινιδίων

Οι αγρότες συστήνεται να υιοθετήσουν μια προσέγγιση ολοκληρωμένης διαχείρισης ζιζανίων για να επιτύχουν τα καλύτερα, μακροβιότερα αποτελέσματα με μειωμένες αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Ταυτόχρονα, η προσέγγιση αυτή προστατεύει την υγεία των φυτών και την απόδοση και την ποιότητα των καρπών.

Καλλιεργητικές πρακτικές

  • Εδαφοκάλυψη: Η εφαρμογή οργανικών ή συνθετικών υλικών εδαφοκάλυψης μπορεί να καταστείλει την ανάπτυξη των ζιζανίων εμποδίζοντας το φως και εμποδίζοντας τη βλάστηση των σπόρων των ζιζανίων. Τα υλικά εδαφοκάλυψης συμβάλλουν επίσης στη διατήρηση της υγρασίας τ και στη βελτίωση της δομής του εδάφους. Ο καλλιεργητής μπορεί να κόβει τα ζιζάνια κατά τους καλοκαιρινούς μήνες και να τα αφήνει στο έδαφος του χωραφιού.
  • Καλλιέργειες κάλυψης: Η φύτευση καλλιεργειών κάλυψης εκτός παραγωγικής εποχής μπορεί να ανταγωνιστεί τα ζιζάνια, να μειώσει τον πληθυσμό τους, να βελτιώσει την υγεία και να μειώσει τη διάβρωση του εδάφους. Τα ψυχανθή είναι μια κοινή καλή επιλογή που μπορούν επίσης να δεσμεύσουν άζωτο, ενισχύοντας τη γονιμότητα του εδάφους.
  • Άρδευση ακριβείας: Οι αποτελεσματικές πρακτικές άρδευσης, όπως η στάγδην άρδευση, παρέχουν νερό κατευθείαν στις ρίζες της καλλιέργειας και μειώνουν τη διαθεσιμότητα νερού στα ζιζάνια.

Μηχανικός έλεγχος

  • Άροση: Η κατεργασία του εδάφους μπορεί να βοηθήσει στη διαχείριση των ετήσιων ζιζανίων με το ξερίζωμά τους. Ωστόσο, έχει πολλές αρνητικές επιπτώσεις και πρέπει να εφαρμόζεται με προσοχή. Εκτός από την αύξηση του κινδύνου διάβρωσης του εδάφους, μπορεί επίσης να ευνοήσει ορισμένα ζιζάνια (π.χ. αυτά που αναπαράγονται με στόλωνες), αυξάνοντας το πρόβλημα. Οι αγρότες θα πρέπει να καταγράφουν τα ζιζάνια στα χωράφια τους πριν αποφασίσουν τη στρατηγική διαχείρισης. Επιπλέον, η διατάραξη του εδάφους κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού είναι προτιμότερο να αποφεύγεται (να μην μειώνεται η εδαφική υγρασία).
  • Χειρωνακτικό βοτάνισμα: Η χειρωνακτική απομάκρυνση των ζιζανίων είναι αποτελεσματική, ειδικά για μικρές προσβολές ή σε βιολογικούς οπωρώνες, αλλά σπάνια προτιμάται σε μεγάλες εμπορικές φυτείες ακτινιδίων.
  • Κοπή: Η τακτική κοπή των γυτών που μεγαλώνουν στον οπωρώνα μπορεί να διατηρήσει την ανάπτυξη των ζιζανίων υπό έλεγχο και να αποτρέψει την εγκατάσταση πολυετών ζιζανίων. Παράλληλα, η εισαγωγή ζώων στην καλλιέργεια μπορεί να έχει οφέλη στην αντιμετώπιση των ζιζανίων, αλλά θα πρέπει να γίνεται με προσοχή για να αποφεύγονται τυχόν ζημιές στα κατώτερα κλαδιά των φυτών.

Χημικός έλεγχος

Η χρήση προφυτρωτικών και μεταφυτρωτικών ζιζανιοκτόνων μπορεί να είναι αποτελεσματική στον έλεγχο των ζιζανίων στα χωράφια με ακτινίδια. Τα ζιζανιοκτόνα πρέπει να χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με τις προαναφερθείσες πρακτικές για να αποφευχθεί η ανάπτυξη ανθεκτικών ζιζανίων. Ο παραγωγός μπορεί να χρησιμοποιήσει επιλεκτικά ή μη επιλεκτικά ζιζανιοκτόνα ανάλογα με τις ανάγκες του. Να προσέχετε να μην διαβρέχετε την κόμη της καλλιέργειας, καθώς μπορεί να προκληθεί τοξικότητα στα φυτά. Πρέπει πάντα να συμβουλεύεστε τον τοπικό εγκεκριμένο γεωπόνο πριν από την εφαρμογή οποιουδήποτε χημικού προϊόντος. Η τακτική παρακολούθηση και αξιολόγηση των πληθυσμών ζιζανίων βοηθά στη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων και στην ανάλογη προσαρμογή των πρακτικών διαχείρισης. Με την ενσωμάτωση καλλιεργητικών, μηχανικών και χημικών μεθόδων ελέγχου, οι παραγωγοί μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά τα ζιζάνια, εξασφαλίζοντας την καλή υγεία των καλλιεργειών και μεγάλες αποδόσεις.

Πηγές

 

Διαβάστε επίσης σχετικά με το ακτινίδιο

11 Ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το ακτινίδιο

Ακτινίδια: Πληροφορίες, Διατροφική Αξία & Οφέλη για την Υγεία

Ακτινίδιο: Φύτευση, κλιματικές και εδαφικές απαιτήσεις

Πολλαπλασιασμός και επικονίαση φυτών ακτινιδίου

Πληροφορίες για τα ακτινίδια και επιλογή κατάλληλης ποικιλίας

Ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά και πρόγραμμα λίπανσης για το ακτινίδιο

Κλάδεμα διαμόρφωσης και κλάδεμα ακτινιδιάς

Απαιτήσεις και Συστήματα Άρδευσης στην Καλλιέργεια Ακτινιδίου

Απόδοση, συγκομιδή και αποθήκευση ακτινιδίων

Οι συνεργάτες μας

Ενώνουμε τις δυνάμεις μας με Μ.Κ.Ο., Πανεπιστήμια και άλλους οργανισμούς παγκοσμίως ώστε μαζί να μπορέσουμε να επιτύχουμε τους κοινούς μας στόχους για βιωσιμότητα και ευημερία των ανθρώπων.