Επαγγελματική καλλιέργεια καρπουζιού – Πλήρης Οδηγός καλλιέργειας από την αρχή ως το τέλος
Το άρθρο αυτό είναι επίσης διαθέσιμο στις ακόλουθες γλώσσες:
Το άρθρο αυτό είναι επίσης διαθέσιμο στις ακόλουθες γλώσσες: English (Αγγλικα) Español (Ισπανικα) Français (Γαλλικα) Deutsch (Γερμανικα) Nederlands (Ολλανδικα) हिन्दी (Ινδικα) العربية (Αραβικα) Türkçe (Τουρκικα) 简体中文 (Κινεζικα (Απλοποιημένα)) Русский (Ρωσικα) Italiano (Ιταλικα) Português (Πορτογαλικα) Indonesia (Ινδονησιακα)
Περισσότερες μεταφράσειςΛιγότερες μεταφράσειςΗ καλλιέργεια καρπουζιού, αν γίνει ορθολογικά και με βάση τις οικονομίες κλίμακας, μπορεί να αποτελέσει μια καλή πηγή εισοδήματος. Με λίγα λόγια, οι περισσότεροι επαγγελματίες καλλιεργητές καρπουζιού ξεκινούν την καλλιέργεια από σπόρους (υβρίδια) σε προστατευμένο εσωτερικό χώρο. Καθώς περιμένουν να αναπτυχθούν τα νεαρά φυτά και να είναι έτοιμα για μεταφύτευση, προετοιμάζουν το έδαφος. Οργώνουν τη γη, διαμορφώνουν το χωράφι σε αναχώματα ή αυλάκια και τοποθετούν μια μαύρη πλαστική μεμβράνη ανάμεσα από τις σειρές. Η μαύρη πλαστική μεμβράνη (μαύρο φιλμ) όχι μόνο βοηθά το έδαφος να ζεσταθεί αλλά επίσης ελέγχει τα ζιζάνια. Οι καλλιεργητές καρπουζιού σχεδιάζουν επίσης και τοποθετούν το σύστημα στάγδην άρδευσης. Όταν είναι έτοιμοι για μεταφύτευση, κάνουν μικρές τρύπες στο πλαστικό φιλμ και φυτεύουν τα φυτά. Η λίπανση, η άρδευση με σταγόνες και η διαχείριση ζιζανίων είναι πολύ σημαντικές εφαρμόζονται στις περισσότερες περιπτώσεις. Επίσης εφαρμόζεται αραίωση. Οι επαγγελματίες καλλιεργητές καρπουζιού αφαιρούν τα δυσμορφικά ή υπανάπτυκτα καρπούζια προκειμένου να ενθαρρύνουν το φυτό να διαθέσει τους πόρους του σε λιγότερα μεν, αλλά μεγαλύτερα και πιο γευστικά φρούτα. Οι περισσότερες εμπορικές ποικιλίες καρπουζιού μπορούν να συγκομιστούν 78-90 ημέρες μετά τη μεταφύτευση. Η συγκομιδή μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο με ψαλίδια ή μαχαίρια χειρός. Μετά τη συγκομιδή, οι καλλιεργητές οργώνουν και καταστρέφουν τα υπολείμματα της καλλιέργειας. Πολλές φορές επίσης, πραγματοποιούν εναλλαγή καλλιεργειών, προκειμένου να ελέγξουν την εξάπλωση ασθενειών ή να αποτρέψουν την εξάντληση του εδάφους σε θρεπτικά συστατικά.
Ο κύριος περιοριστικός παράγοντας κατά την καλλιέργεια καρπούζι είναι πάντα το κλίμα. Το καρπούζι προέρχεται από την Αφρική. Είναι συνεπώς ένα φυτό εξαιρετικά ευαίσθητο σε χαμηλές θερμοκρασίες και παγετό. Απαιτεί μέσες θερμοκρασίες από 18 έως 35 °C , ενώ η θερμοκρασία του εδάφους δεν πρέπει να πέσει κάτω από τους 18 °C.
Δείτε Τιμές Χονδρικής και Προμηθευτές για Καρπούζι
Πρώτα απ ‘όλα, είναι σημαντικό να αποφασίσουμε την καλλιεργητική τεχνική που θα ακολουθήσουμε, καθώς και να επιλέξουμε από τις ποικιλίες καρπουζιού που ευδοκιμούν στην περιοχή μας. Υπάρχουν 3 μέθοδοι για την καλλιέργεια καρπουζιών: Καλλιέργεια από σπόρους, καλλιέργεια από μη εμβολιασμένα φυτά και καλλιέργεια από εμβολιασμένα φυτά.
Καλλιέργεια καρπουζιού από σπόρο
Τα καρπούζια είναι φυτά μεγάλης καλλιεργητικής περιόδου. Για υπαίθρια καλλιέργεια χρειάζονται κατά μέσο όρο 100 έως 120 ημέρες από τη σπορά μέχρι τη συγκομιδή. Ωστόσο, εάν σκοπεύετε να καλλιεργήσετε καρπούζι από σπόρους, υπάρχουν ορισμένα πράγματα που θα ήταν καλό να γνωρίζετε. Πρώτον, οι σπόροι καρπουζιού απαιτούν θερμοκρασία εδάφους τουλάχιστον 18 °C προκειμένου να βλαστήσουν. Δεύτερον, είναι σημαντικό ο σπόρος να έχει τα βέλτιστα επίπεδα υγρασίας για να βλαστήσει. Η υπερβολική άρδευση μπορεί να αποβεί επιβλαβής. Ορισμένοι παραγωγοί διαβρέχουν επαρκώς το έδαφος την ημέρα πριν από τη σπορά και δεν ποτίζουν ξανά, έως ότου βλαστήσουν. Ωστόσο, αυτό δεν είναι μια καλή τεχνική εάν το έδαφος είναι πολύ αμμώδες και έχει δυσκολίες στη διατήρηση επαρκούς ποσότητας διαθέσιμου νερού. Οι σπόροι καρπουζιού βλαστάνουν εύκολα σε 6-10 ημέρες ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες και τις συνθήκες του εδάφους. Σε περιοχές με κίνδυνο παγετού, οι καλλιεργητές προτιμούν να σπείρουν τους σπόρους σε σπορεία κάτω από ελεγχόμενες συνθήκες και στη συνέχεια να τα μεταφέρουν στις τελικές τους θέσεις στον αγρό. Συνήθως χρησιμοποιούν τύρφη ως υπόστρωμα για βέλτιστο αερισμό.
Καλλιέργεια καρπουζιού από μη εμβολιασμένα φυτά
Μια άλλη κοινώς χρησιμοποιούμενη μέθοδος είναι η καλλιέργεια καρπουζιών από μη εμβολιασμένα φυτά. Αν ακολουθήσουμε αυτή τη μέθοδο, είναι σημαντικό να επιλέξουμε προσεκτικά την ποικιλία καρπουζιού που πρόκειται να φυτέψουμε. Εάν -για παράδειγμα- οι αγροί στην περιοχή μας έχουν προβλήματα με ασθένειες, παράσιτα, χαμηλότερα ή υψηλότερα επίπεδα pH ή αλατότητας, τότε δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν όλες οι ποικιλίες. Ορισμένες ποικιλίες είναι ανθεκτικές σε ορισμένους από αυτούς τους παράγοντες, ενώ άλλες δεν είναι. Οι συνηθέστερα χρησιμοποιούμενες ποικιλίες είναι οι: Charleston Gray, Crimson Sweet, Jubilee, Allsweet, Royal Sweet, Sangria, τριπλοειδείς άσπερμες και η Black Diamond.
Καλλιέργεια καρπουζιού από εμβολιασμένα φυτά
Στις μέρες μας, οι περισσότεροι καλλιεργητές προτιμούν να χρησιμοποιούν εμβολιασμένα φυτά καρπουζιού. Ο εμβολιασμός είναι μια κοινώς χρησιμοποιούμενη τεχνική με την οποία συνδυάζουμε μέρη από δύο διαφορετικά φυτά, έτσι ώστε να αναπτυχθούν ως ένα ενιαίο φυτό. Το ανώτερο τμήμα του πρώτου φυτού ονομάζεται εμβόλιο και αναπτύσσεται στο ριζικό σύστημα του δεύτερου φυτού, το οποίο ονομάζεται υποκείμενο. Τελικά, έχουμε ένα φυτό που συνδυάζει όλα τα πλεονεκτήματα των διαφορετικών τμημάτων του. Ορισμένοι παραγωγοί προτιμούν να καλλιεργούν εξ’ αρχής από σπόρο τόσο το υποκείμενο όσο και το εμβόλιο. Στη συνέχεια, εμβολιάζουν οι ίδιοι τα φυτά τους, ενώ άλλοι προτιμούν να αγοράζουν πιστοποιημένα εμβολιασμένα φυτά από νόμιμους πωλητές. Τα συνηθέστερα χρησιμοποιημένα φυτά σήμερα είναι εμβόλια καρπουζιού εμβολιασμένα σε υποκείμενα κολοκύθας.
Εδαφικές απαιτήσεις και προετοιμασία εδάφους για καλλιέργεια καρπουζιού
Τα καρπούζια ευδοκιμούν καλύτερα σε πλούσια, ελαφρώς αμμώδη εδάφη με επίπεδα pH από 5,8 έως 6,6. Δεν αγαπούν τα υγρά εδάφη. Τα βαριά αργιλώδη εδάφη με κακή αποστράγγιση και αερισμό πρέπει να αποφεύγονται. Η σύγχρονη επαγγελματική καλλιέργεια καρπουζιού απαιτεί εκτεταμένη προετοιμασία εδάφους πριν από τη φύτευση, προκειμένου να είναι κερδοφόρα και να οδηγήσει σε υψηλές αποδόσεις.
Η βασική προετοιμασία του εδάφους αρχίζει περίπου 5 μήνες πριν από τη μεταφύτευση των φυταρίων καρπουζιού. Οι αγρότες κατά την περίοδο αυτή πραγματοποιούν ένα βαθύ όργωμα. Το όργωμα βελτιώνει τον αερισμό του εδάφους και την αποστράγγιση. Ταυτόχρονα, αφαιρεί τις πέτρες καθώς και άλλα ανεπιθύμητα υλικά από το έδαφος. Η άροση έρχεται αμέσως μετά το όργωμα. Οι μηχανές άροσης αφήνουν το χώμα απαλλαγμένο από ζιζάνια τα οποία μπορεί να είναι επιβλαβή για την καλλιέργεια.
Μια εβδομάδα πριν από τη φύτευση, πολλοί γεωργοί εφαρμόζουν βασική λίπανση η οποία μπορεί να είναι κοπριά ή συνθετικό εμπορικό λίπασμα, πάντα αφού συμβουλευτούν έναν τοπικό αδειούχο γεωπόνο. Δεδομένου ότι τα φυτά καρπουζιού χρειάζονται πολύ χώρο για να αναπτυχθούν, οι γεωργοί τα φυτεύουν σε προκαθορισμένες αποστάσεις. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχει κανένας λόγος να εφαρμοστεί η βασική λίπανση σε ολόκληρο το χωράφι. Μια καλή τεχνική είναι να επισημάνετε τις περιοχές που πρόκειται να φυτέψετε και στη συνέχεια να εφαρμόσετε το λίπασμα επί των γραμμών. Η επόμενη μέρα είναι ίσως το πιο κατάλληλο χρονικό σημείο για να εγκαταστήσετε το αρδευτικό σύστημα στάγδην άρδευσης.
Μετά τη φύτευση, ορισμένοι παραγωγοί εφαρμόζουν ουσίες απολύμανσης εδάφους μέσω του συστήματος άρδευσης, σε περίπτωση που η ανάλυση εδάφους έχει αποκαλύψει προβλήματα ασθενειών που μεταδίδονται από το έδαφος (απευθυνθείτε σε ένα διπλωματούχο γεωπόνο της περιοχής σας).
Το επόμενο και σημαντικότερο βήμα (ειδικά σε χώρες που δεν έχουν το τέλειο κλίμα για την καλλιέργεια καρπουζιού) είναι η γραμμική εδαφοκάλυψη από πολυαιθυλένιο. Πολλοί παραγωγοί καλύπτουν τις σειρές με μαύρο ή πράσινο κάλυμμα (IRT) ή μαύρη πλαστική μεμβράνη (φιλμ). Χρησιμοποιούν αυτή την τεχνική, προκειμένου να διατηρήσουν τη θερμοκρασία στη ζώνη των ριζών στα βέλτιστα επίπεδα (> 18 ° C) και να αποτρέψουν την ανάπτυξη των ζιζανίων.
Φύτευση καρπουζιού και αποστάσεις φύτευσης
Σε πολλές περιπτώσεις, η πιο κατάλληλη περίοδος για υπαίθρια καλλιέργεια καρπουζιών είναι κατά το δεύτερο μισό της άνοιξης. Εκείνη την εποχή, ο μεγάλος κίνδυνος παγετού έχει περάσει στις περισσότερες περιπτώσεις. Οι παραγωγοί προτιμούν γενικά τα φυτά ηλικίας από 3 έως 6 εβδομάδες. Σε αυτό το χρονικό διάστημα έχουν αναπτύξει το πολύ 3 βλαστούς (ιδανικά 1-2).
Μετά το πέρας όλων των σταδίων προετοιμασίας που ξεκίνησαν έως και 5 μήνες πριν από τη φύτευση (όργωμα, βασική λίπανση, καλλιέργεια, εγκατάσταση συστήματος άρδευσης και κάλυψη πλαστικού φιλμ), μπορούμε να προχωρήσουμε σε μεταφύτευση. Οι παραγωγοί επισημαίνουν τα ακριβή σημεία πάνω στο πλαστικό πολυαιθυλενίου όπου θα φυτεύουν τα νεαρά φυτά. Στη συνέχεια, ανοίγουν τρύπες στο πλαστικό και φυτεύουν τα φυτά. Είναι σημαντικό να φυτέψουμε τα φυτά στο ίδιο βάθος με αυτό που ήταν στο φυτώριο.
Όσον αφορά τις αποστάσεις φύτευσης, ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο μοτίβο για ποικιλίες που παράγουν καρπούζια μέχρι 14 κιλά, είναι απόσταση 1m μεταξύ των φυτών επί της σειράς και απόσταση 3,5 μέτρων μεταξύ των σειρών. Αυτό το μοτίβο θα μας δώσει 200-250 φυτά ανά στρέμμα. Οι αποστάσεις και ο αριθμός των φυτών εξαρτώνται από την ποικιλία καρπουζιού, τις περιβαλλοντικές συνθήκες και φυσικά από το επιθυμητό μέγεθος καρπουζιού που υπαγορεύεται πάντα από την αγορά. Για παράδειγμα, εάν φυτεύουμε περισσότερα φυτά ανά στρέμμα, θα συγκομίσουμε καρπούς μικρότερου μεγέθους. Ένα διαφορετικό μοτίβο για τις μικρότερες ποικιλίες φρούτων είναι 1,5 m μεταξύ των σειρών και 0,6m μεταξύ των φυτών της σειράς. Σύμφωνα με αυτό το πρότυπο, θα καταλήξουμε να έχουμε περίπου 1100 φυτά ανά στρέμμα.
Χαμηλή κάλυψη νεαρών φυτών καρπουζιού
Λόγω του γεγονότος ότι σε μη τροπικές χώρες – ακόμη και την άνοιξη – υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος παγετού ή έντονων βροχοπτώσεων, οι περισσότεροι παραγωγοί προστατεύουν τα νεαρά φυτά τους χρησιμοποιώντας χαμηλή κάλυψη. Αμέσως μετά τη φύτευση δημιουργούν σήραγγες ύψους περίπου 50 εκατοστών χρησιμοποιώντας πλαστικούς ή σιδερένιους πασσάλους στήριξης και λευκά πλαστικά καλύμματα. Με άλλα λόγια, δημιουργούν “μικροσκοπικά θερμοκήπια” έτσι ώστε να δημιουργουν στο εσωτερικό τους το επιθυμητό μικροκλίμα προστατεύοντας έτσι τα νεαρά φυτά από επιβλαβείς παράγοντες.
Περίπου 45 ημέρες αργότερα (ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες) αρχίζουν σταδιακά να σκίζουν το λευκό πλαστικό κάλυμμα, έως ότου αποκαλύψουν πλήρως τα φυτά. Λίγες μέρες αργότερα, το απομακρύνουν εντελώς από το χωράφι. Αυτή η βαθμιαία και σταδιακή διάτρηση του πλαστικού είναι πολύ σημαντική. Σε αντίθετη περίπτωση, οποιαδήποτε αιφνίδια απομάκρυνση του πλαστικού θα είχε ως αποτέλεσμα το στρεσάρισμα των φυτών.
Κλάδεμα καρπουζιού – Μια αμφιλεγόμενη μέθοδος
Ορισμένοι παραγωγοί καρπουζιών προτιμούν να κλαδεύουν τα καρπούζια τους, ενώ άλλοι ισχυρίζονται ότι το κλάδεμα καθυστερεί την ανάπτυξη και την καρπόδεση του φυτού. Εκείνοι που κλαδεύουν τα φυτά τους, απομακρύνουν νωρίς από τα πρώτα στάδια ανάπτυξης του φυτού (3-4 ανεπτυγμένοι βλαστοί) κάποιους περιφερειακούς βλαστούς. Με αυτή τη μέθοδο, αναγκάζουν το φυτό να αναπτύξει περαιτέρω τον κεντρικό του βλαστό. Συνεχίζουν ωστόσο το κλάδεμα καθ’όλη τη διάρκεια της καλλιέργειας απομακρύνοντας κυρίως το υπερβολικο φύλλωμα που πιθανώς εμποδίζει τον κατάλληλο αερισμό του φυτού. Με τον τρόπο αυτό, προστατεύουν το φυτό από ασθένειες που ευνοούνται από συνθήκες υψηλής υγρασίας, όπως για παράδειγμα το ωίδιο.
Άρδευση καρπουζιών και συστήματα άρδευσης
Σύμφωνα με τον FAO, οι συνολικές ανάγκες του καρπουζιού σε νερό καθ’όλη την περίοδο ανάπτυξής του κυμαίνονται από 400 έως 600mm.
Φυσικά, οι ανάγκες του φυτού σε νερό μπορεί να είναι εντελώς διαφορετικές υπό διαφορετικές καιρικές ή εδαφικές συνθήκες. Για παράδειγμα, τα βαριά αργιλώδη εδάφη χρειάζονται συνήθως λιγότερες αρδεύσεις από ότι ένα αμμώδες ελαφρύ έδαφος. Επιπλέον, ημέρες με υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία ή βροχοπτώσεις είναι πιθανό να μην χρειάζονται καθόλου άρδευση. Από την άλλη πλευρά, μια ξηρή μέρα με εξαιρετικά υψηλή θερμοκρασία μπορεί να χρειάζεται πάνω από μία εφαρμογές νερού.
Πολλοί παραγωγοί σε χώρες της Μεσογείου, όπως η Ελλάδα, προτιμούν να ποτίζουν τα καρπούζια τους 20 λεπτά την ημέρα, κατά τη διάρκεια των αρχικών τους σταδίων. Κατά τη διάρκεια του σταδίου καρπόδεσης και καθώς η θερμοκρασία έχει αυξηθεί αρκετά (> 35 oC), αυξάνουν τις εφαρμογές νερού, λόγω των εκτεταμένων αναγκών του φυτού σε νερό κατα τη διάρκεια των σταδίων αυτών. Τέλος, περιορίζουν δραματικά την άρδευση και σχεδόν τη σταματούν κατά τα τελευταίο στάδιο ωρίμανσης του καρπού. Η υπερβολική παροχή νερού σε αυτό το στάδιο θα προκαλέσει πιθανώς ρωγμές στους καρπούς (γνωστό και ως cracking). Σε ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ, οι παραγωγοί καρπουζιών παρέχουν κατά μέσο όρο 25 χιλιοστά νερού ανά εβδομάδα στα φυτά τους. Πολλοί παραγωγοί προτιμούν να ποτίζουν τα καρπούζια τους νωρίς το πρωί κατά τα πρώτα στάδια και αργά το βράδυ όταν η θερμοκρασία έχει αυξηθεί αρκετά.
Γενικά, τα καρπούζια έχουν υψηλές απαιτήσεις άρδευσης. Αυτό όμως που θα πρέπει να σημειωθεί, είναι πως χρειάζεται αρκετή προσοχή ως προς την αποφυγή της διαβροχής του φυλλώματος. Η περίσσεια υγρασίας στο φύλλωμά δημιουργεί εστίες ανάπτυξης παθογόνων μικροοργανισμών. Από την άλλη πλευρά, τα φυτά που υποβάλλονται σε υδατικό στρες είναι επίσης ευάλωτα σε ασθένειες.
Η πιο διαδεδομένη μέθοδος άρδευσης καρπουζιών είναι η στάγδην άρδευση απευθείας στη ρίζα του φυτού.
Επικονιαση καρπουζιού
Η καρπόδεση του καρπουζιού βασίζεται στη δράστη των μελισσών και άλλων ωφέλιμων εντόμων τα οποία διανέμουν τη γύρη από άνθος σε άνθος. Ειδικά όταν καλλιεργούμε ποικιλίες χωρίς σπόρους, είναι απαραίτητη η τοποθέτηση 1 ή 2 ισχυρών και υγιών κυψελών ανά 10 στρέμματα. Η δια χειρός επικονίαση αποτελεί επίσης μια επιλογή εάν καλλιεργούμε καρπούζια μέσα σε θερμοκήπια ή εάν ο φυσικός πληθυσμός των μελισσών στην περιοχή μας δεν επαρκεί για την επικονίαση των φυτών μας.
Λίπανση καρπουζιού
Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να λάβετε υπόψη την κατάσταση του εδάφους του χωραφιού σας μέσω εξαμηνιαίων ή ετήσιων εδαφολογικών αναλύσεων, προτού εφαρμόσετε οποιαδήποτε μέθοδο λίπανσης στην καλλιέργεια. Δύο χωράφια δεν είναι ποτέ ίδια και κανείς δεν μπορεί να σας συμβουλέψει σχετικά με μεθόδους λίπανσης χωρίς να γνωρίζει τα δεδομένα των εδαφικών σας αναλύσεων, τη ιστολογική ανάλυση καθώς και το ιστορικό προηγούμενων καλλιεργειών του αγρού σας.
Ωστόσο, θα αναφέρουμε τα πιο κοινά συστήματα λίπανσης καρπουζιού, που χρησιμοποιούνται από αξιοσημείωτο αριθμό αγροτών.
Η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη μέθοδος λίπανσης είναι η υδρολίπανση. Οι παραγωγοί εκχύουν υδατοδιαλυτά λιπάσματα στα φυτά μέσω του συστήματος στάγδην άρδευσης. Με αυτό τον τρόπο, είναι σε θέση να παρέχουν σταδιακά τις απαραίτητες θρεπτικές ουσίες και ταυτόχρονα αφήνουν στο φυτό τον απαραίτητο χρόνο να τις αφομοιώσει.
Σήμερα οι αγρότες κάνουν από 0 έως 10 εφαρμογές λιπασμάτων καθ’όλη την τρίμηνη διάρκεια ανάπτυξης των φυτών (από τη φύτευση έως τη συγκομιδή). Πολλοί αγρότες εφαρμόζουν μια βασική λίπανση πριν από τη φύτευση, συνηθέστερα κοπριά επί των σειρών μία εβδομάδα πριν από τη φύτευση και να ξεκινούν την υδρολίπανση 2 ημέρες μετά τη φύτευση. Σε αυτό το στάδιο, εφαρμόζουν ένα λίπασμα αζώτου-φωσφόρου-καλίου 12-48-8, εμπλουτισμένο με ιχνοστοιχεία (μικροθρεπτικά συστατικά). Τα υψηλά επίπεδα φωσφόρου στα πρώτα στάδια θα βοηθήσουν τα φυτά να αναπτύξουν ένα ισχυρό ριζικό σύστημα. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις τα μικροθρεπτικά συστατικά διευκολύνουν τα φυτά να ξεπεράσουν τις συνθήκες στρες που προκαλούνται κατά τη μεταφύτευση.
Οι επόμενες 3 εφαρμογές (1 ανά εβδομάδα) εναλλάσσονται μεταξύ 15-30-15 και 12-48-8 αντίστοιχα. Για τις επόμενες 4 εβδομάδες, εφαρμόζουν εναλλάξ 20-20-20 και Ca(NO3)2 διατηρώντας ένα χρονικό παράθυρο τουλάχιστον 3 έως 4 ημερών μεταξύ των εφαρμογών.
Για τις επόμενες 2 εβδομάδες, δεν εφαρμόζουν κανένα λίπασμα. Την εβδομάδα 11, συνεχίζουν τις εφαρμογές του 20-20-20 έως ότου ο καρπός φτάσει στα ⅔ του τελικού βάρους του. Από εκεί και πέρα ξεκινούν να λιπαίνουν τα καρπούζια με KNO3. Στο τελικό στάδιο ωρίμανσης, αλλάζουν την ένωση με την οποία παρέχουν κάλιο σε Κ2SO4. Στα στάδια αυτά, τα φυτά συνήθως έχουν μεγαλύτερες ανάγκες για κάλιο, προκειμένου να δημιουργήσουν μεγάλα, καλώς σχηματισμένα φρούτα με υψηλά επίπεδα σακχάρων.
Ωστόσο, αυτές είναι απλώς κοινές πρακτικές που δεν θα πρέπει να ακολουθούνται από κανέναν προτού διενεργήσει τη δική του έρευνα. Κάθε χωράφι είναι διαφορετικό και έχει διαφορετικές ανάγκες. Ο έλεγχος των θρεπτικών συστατικών του εδάφους και του pH είναι ζωτικής σημασίας πριν από την εφαρμογή οποιασδήποτε μεθόδου λίπανσης. Μπορείτε να συμβουλευτείτε τον τοπικό σας αδειούχο γεωπόνο.
Εχθροί και ασθένειες καρπουζιού
Η πρώτη μέριμνα κατά των παρασίτων και των ασθενειών είναι η αμειψισπορά. Το δεύτερο είναι η αγορά μόνο πιστοποιημένων σπόρων και σπορόφυτων απαλλαγμένων από ασθένειες.
Εχθροί
Θρίπες
Τα Thrips palmi είναι έντομα που προσβάλλουν τα καρπούζια, απομυζώντας τους χυμούς των φύλλων τους. Η προσβολή ευνοείται σε ημέρες με έντονη ηλιοφάνεια και υψηλά επίπεδα θερμοκρασίας. Η αντιμετώπιση του Θρίπα ξεκινά με κατάλληλα προληπτικά μέτρα. Αυτά περιλαμβάνουν ενδελεχή έλεγχο των ζιζανίων και όσο το δυνατό συχνότερη εναλλαγή καλλιεργειών.
Μια καλή τεχνική είναι η διαρκής παρακολούθηση και καταγραφή του πληθυσμού τους μέσα στον αγρό. Εάν ο πληθυσμός υπερβαίνει τα κρίσιμα ανεκτά όρια, τότε μπορείτε να εξετάσετε την πιθανότητα παρέμβασης, πάντα αφού συμβουλευτείτε τον τοπικό αδειούχο γεωπόνο σας. Υπάρχουν βιολογικές και συμβατικές λύσεις αντιμετώπισης στην αγορά, οι οποίες φυσικά θα πρέπει πάντα να χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τα πρότυπα Ορθής Γεωργικής Πρακτικής και την εποπτεία ενός τοπικού αδειούχου γεωπόνου.
Αφίδες
Οι Αφίδες απομυζούν τους χυμούς και προκαλούν αποδυνάμωση του φυτού. Τα φύλλα αρχίζουν να συστρέφονται και συρρικνώνονται. Επιπλέον, οι αφίδες είναι φορείς αρκετών ιών που είναι επιβλαβείς για τα καρπούζια.
Τετράνυχος
Αυτό το άκαρι πρωτοεμφανίστηκε στις ευρωπαϊκές χώρες, ωστόσο, πλέον αποτελεί πρόβλημα και στη Αμερική. Προκαλεί αλλοιώσεις στα φύλλα, το βλαστό και στα φρούτα. Μετά την προσβολή από τετράνυχο παρατηρούνται χαρακτηριστικές χλωρωτικές κηλίδες στα φύλλα. Τα ακάρεα προκαλούν επίσης αποχρωματισμό των φλοιών των φρούτων, μειώνοντας την ποιότητα και την εμπορική τους αξία.
Ασθένειες
Ανθράκωση
Η ανθράκωση είναι μια ασθένεια που προκαλεί σοβαρές βλάβες κυρίως στα φύλλα και το βλαστό. Προκαλείται από τον μύκητα Colletotrichum lagenarium. Καιρικές συνθήκες κατά τις οποίες επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες σε συνδυασμό με υψηλά επίπεδα υγρασίας, είναι ιδανικές για τη μετάδοση του μύκητα. Οι ξηρές και θερμές καιρικές συνθήκες σταματούν τον κύκλο της νόσου, ο οποίος θα συνεχιστεί και πάλι όταν οι καιρικές συνθήκες θα είναι βέλτιστες. Τα συμπτώματα εμφανίζονται κυρίως στα παλαιότερα φύλλα προκαλώντας χαρακτηριστικές καφέ νεκρωτικές κηλίδες. Μπορούμε επίσης να παρατηρήσουμε παρόμοιες αλλοιώσεις από τη μολυνση στους μίσχους, τα λουλούδια και τα φρούτα.
Η καταπολέμηση της ανθράκωσης αρχίζει με την εφαρμογή κατάλληλων προληπτικών μέτρων. Αυτά περιλαμβάνουν: καταπολέμηση των ζιζανίων και διατήρηση κατάλληλων αποστάσεων μεταξύ των φυτών, σε συνδυασμό με κατάλληλο κλάδεμα για βέλτιστο αερισμό. Τα κατάλληλα επίπεδα θρεπτικών ουσιών και νερού στα φυτά μπορούν επίσης να ενισχύσουν την άμυνά τους έναντι ασθενειών. Η χημική καταπολέμηση χρησιμοποιείται μόνο αν το πρόβλημα είναι εκτεταμένο και πάντα υπό την επίβλεψη ενός αδειούχου γεωπόνου.
Περονόσπορος
Ο περονόσπορος του καρπουζιού προκαλείται από μικροοργανισμούς του γένους Peronospora ή Pseudoperonospora. Τα συμπτώματα παρατηρούνται συνήθως στα φύλλα μετά από βροχή ή κατά τη διάρκεια ημερών με υψηλά επίπεδα υγρασίας (συχνά κατά την άνοιξη). Όταν τα φυτά μας μολύνονται από περονόσπορο, πιθανώς θα παρατηρήσουμε χλωρωτικές κηλίδες στην επιφάνεια των φύλλων που σταδιακά μετατρέπονται σε νεκρωτικές. Ο έλεγχος του παθογόνου ξεκινά πάντα με τη λήψη κατάλληλων μέτρων προφύλαξης. Αυτά περιλαμβάνουν: καταπολέμηση των ζιζανίων, διατήρηση κατάλληλων αποστάσεων μεταξύ των φυτών σε συνδυασμό με κατάλληλο κλάδεμα για βέλτιστο αερισμό. Η χημική αντιμετώπιση εφαρμόζεται μόνο αν το πρόβλημα είναι εκτεταμένο και πάντα υπό την επίβλεψη ενός αδειούχου γεωπόνου.
Ωίδιο
Το ωίδιο προκαλείται από πολλά διαφορετικά είδη μυκήτων. Ωστόσο, τα Erysiphe cichoracearum και Sphaerotheca fuliginea φαίνεται να είναι τα συνηθέστερα. Χαρακτηριστικό σύμπτωμα της προσβολής είναι η παρατήρηση υπόλευκων επανθήσεων του μύκητα στα φύλλα. Καθώς το παθογόνο περνά μέσα από τα αγγεία, τα φύλλα τείνουν να γίνονται καφέ και τελικά πεθαίνουν. Η καταπολέμηση της προσβολής των μυκήτων περιλαμβάνει τα ίδια βήματα όπως και για το περονόσπορο. Είναι ζωτικής σημασίας η απολύμανση των εργαλείων μας αμέσως μετά την επαφή τους με κάποιο μολυσμένο φυτό, προκειμένου να αποτρέψουμε τη γρήγορη μετάδοση της ασθένειας στα υγιή φυτά.
Αποδόσεις καρπουζιών ανά στρέμμα, συγκομιδή και αποθήκευση.
Οι περισσότερες ποικιλίες καρπουζιού φθάνουν στην πλήρη ωρίμανσή τους και είναι έτοιμες για συγκομιδή σε 78 έως 90 ημέρες από τη μεταφύτευση. Όταν είναι έτοιμα για συγκομιδή, στις περισσότερες περιπτώσεις παρατηρείται μια χαρακτηριστική κίτρινη κηλίδα στη φλούδα τους στην επιφάνεια που βρίσκεται σε επαφή με το χώμα. Επιπλέον, πιθανώς να παρατηρήσουμε έναν αποξηραμένο μίσχο στο σημείο όπου το στέλεχος συνδέεται με το βλαστό.
Λόγω των διαφορών στο χρόνο επικονίασης των ανθέων, δεν είναι ταυτόχρονη η ωρίμανση όλων των καρπουζιών στο χωράφι. Κατά συνέπεια ίσως χρειαστεί να συγκομίσουμε το ίδιο χωράφι περισσότερες από μία φορές.
Τα καρπούζια συγκομίζονται κυρίως με τα χέρια. Πρέπει να είμαστε αρκετά προσεκτικοί κατά τη συγκομιδή. Ο καλύτερος τρόπος είναι να κόψουμε και όχι να τραβήξουμε τα καρπούζια. Σε αντίθετη περίπτωση, τα φρούτα είναι πιθανό να σπάσουν και δεν θα μπορούν να διατεθούν στο εμπόριο.
Μια καλή απόδοση, μετά από κάποια χρόνια εμπειρίας είναι 5 έως 8 τόνοι ανά στρέμμα. Στις επαγγελματικές καλλιέργειες καρπουζιού, οι παραγωγοί προσδοκούν τη συγκομιδή 1,5 με 2 καρπουζιών πλήρους μεγέθους ανά φυτό.
Τα καρπούζια στη συνέχεια μεταφέρονται αποθήκες με θερμοκρασία κοντά στους 10 °C .